Με καταγραμμένες, έτσι κι αλλιώς, τις διαφωνίες των δύο πρωτευουσών, αλλά με εμφανή πρόθεση να προτάξουν σε αυτόν τον χρονικό κύκλο τα θετικά της ατζέντας που αποτελούν σημείο αναφοράς στις συναντήσεις τους, Κυριάκος Μητσοτάκης και Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν ολοκλήρωσαν τις διευρυμένες συνομιλίες τους και αυτήν την ώρα δίνουν το “παρών” στο επίσημο δείπνο στην τουρκική προεδρεία.
Ο Έλληνας πρωθυπουργός και ο πρόεδρος του εξ’ ανατολών γείτονα διαφώνησαν για τη Μονή της Χώρας, τη μουσουλμανική μειονότητα της Θράκης, αλλά και για το ρόλο της Χαμάς στη φλεγόμενη περιοχή της Μέσης Ανατολής, ωστόσο μία φράση του κ.. Μητσοτάκη αποτυπώνει και το κλίμα που επικράτησε στις συνομιλίες των δύο ηγετών. “Και σήμερα δείξαμε ότι δίπλα στις διαφωνίες μας μπορούμε να γράφουμε και μία παράλληλη σελίδα με τις συμφωνίες μας…”, τόνισε ο πρωθυπουργός. Στη διάρκεια των δηλώσεών τους προς τους εκπροσώπους των Μέσων Ενημέρωσης, οι δύο ηγέτες έδωσαν ιδιαίτερη βαρύτητα στις διμερείς οικονομικές σχέσεις, εκπέμποντας το μήνυμα ότι το θετικό κλίμα στις σχέσεις Αθήνας και Άγκυρας θα πρέπει να διατηρηθεί. Για το λόγο αυτό, άλλωστε, στην πρώτη γραμμή έρχονται μία σειρά από συμφωνίες, καθώς οι δύο πλευρές ανακοίνωσαν:
-Τη συμφωνία συνεργασίας στην Διαχείριση Καταστροφών και εκτάκτων αναγκών που θέτει σε πιο δομημένη βάση την συνδρομή μεταξύ των δύο χωρών σε επείγουσες καταστάσεις.
-Τη συμφωνία συνεργασίας στον τομέα της Υγείας και των Ιατρικών Επιστημών.
-Την ίδρυση του Ελληνοτουρκικού Επιχειρηματικού Συμβουλίου που είχε συμφωνηθεί κατά την επίσκεψη του Ταγίπ Ερντογάν στην Αθήνα τον περασμένο Δεκέμβριο.
Τα σημεία διαφωνίας και τα…τζαρτζαρίσματα.
Όπως είχε τονίσει και στις τελευταίες δημόσιες παρεμβάσεις του, πριν την έλευσή του στην τουρκική πρωτεύουσα, ο Κυριάκος Μητσοτάκης έθεσε στον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν το θέμα της μετατροπής της Μονής της Χώρας σε μουσουλμανικό τέμενος. “Με ειλικρίνειά συζητήσαμε τη δυσαρέσκειά μας για το γεγονός ότι η Μονή της Χώρας θα λειτουργήσει πια ως τέμενος, άκουσε όσα είπε και πιστεύω ότι κατ’ ελάχιστον είναι σημαντικό να μπορούμε να διαφυλάξουμε την πολιτιστική αξία του μνημείου για να μπορεί να είναι επισκέψιμο από όλους”, σημείωσε χαρακτηριστικά. Η απάντηση του Τούρκου προέδρου ήταν ότι η Μονή της Χώρας και μετά τη μετατροπή της σε τζαμί είναι επισκέψιμη από όλους, με τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν να ακολουθεί, παράλληλα, τα γνωστά μονοπάτια του όσον αφορά στο θέμα των μειονοτήτων. Ο πρόεδρος του εξ’ ανατολών γείτονα έκανε και πάλι λόγο (μετά τη συνάντηση της 7ης Δεκεμβρίου στο Μέγαρο Μαξίμου) για “τουρκική μειονότητα στην Ελλάδα, για να λάβει την άμεση απάντηση του πρωθυπουργού. “Ο χαρακτηρισμός της μειονότητας ως θρησκευτικής προβλέπεται από τη συνθήκη της Λωζάνης. Στη Θράκη χριστιανοί και μουσουλμάνοι συμπολίτες μας διαβιούν αρμονικά…Θα ήταν ευχής έργο αν την ίδια άνθηση γνώριζε ο διαρκώς συρρικνούμενος ελληνισμός στην Τουρκία”, επεσήμανε ο Κυριάκος Μητσοτάκης.
Το…μπρα ντε φερ των δύο ηγετών όσον αφορά στους άξονες των διαφωνιών Αθήνας και Άγκυρας κορυφώθηκε όταν οι δηλώσεις έφτασαν στο μέτωπο της Μέσης Ανατολής. Ο Έλληνας πρωθυπουργός κατήγγειλε την τρομοκρατική επίθεση που εξαπέλυσε η Χαμάς στις 7 Οκτωβρίου. Παράλληλα, ανέδειξε το δικαίωμα του Ισραήλ στην αυτοάμυνα, αλλά κράτησε σαφείς αποστάσεις από την ασύμμετρη χρήση βίας εκ μέρους των Ισραηλινών στη Λωρίδα της Γάζας. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης, επίσης, ζήτησε να υπάρξει ανακωχή διαρκείας και να σταματήσει η ασύμμετρη βία από την πλευρά των Ισραηλινών.
“Με την Τουρκία δεν συμφωνούμε πάντα στα θέματα τα οποία αφορούν τη Μέση Ανατολή. Η θέση της Αθήνας είναι ότι το Ισραήλ είχε κάθε δικαίωμα να αμυνθεί σε μία αιματηρή και προκλητική εισβολή τρομοκρατών στο έδαφός του, σε μία επίθεση με θύματα αθώους, οι οποίοι δολοφονήθηκαν, απήχθησαν, βασανίστηκαν και μάλιστα από μία τρομοκρατική οργάνωση που δεν εκπροσωπεί τον παλαιστινιακό λαό. Μέχρι εδώ δεν συμφωνούμε, όμως συμφωνούμε σε άλλα. Συμφωνούμε στο ότι πρέπει να σταματήσει η ασύμμετρη χρήση βίας και το αιματοκύλισμα στην περιοχή και να οδηγηθούμε σε μία ανακωχή διαρκείας. Συμφωνούμε ότι πρέπει να προστατευτούν οι άμαχοι της Γάζας και να απελευθερωθούν οι όμηροι. Συμφωνούμε ότι οι Παλαιστίνιοι πρέπει να αποκτήσουν πρόσβαση σε ανθρωπιστική βοήθεια. Ναι, συμφωνούμε ότι αυτή τη στιγμή θα ήταν κολοσσιαίο λάθος να εκδηλωθεί μία χερσαία επίθεση στη Ράφα. Όπως επίσης συμφωνούμε και στο γεγονός ότι η μόνη βιώσιμη προοπτική είναι η επιστροφή στην πολιτική διαδικασία και η λύση των δύο κρατών, θέση την οποία υποστηρίζουμε απόλυτα και ενεργά ως μέλη της διεθνούς κοινότητας και ως χώρες της περιοχής. Και στο ίδιο πλαίσιο συζητήσαμε, προφανώς, και το κυπριακό ζήτημα, ένα ζήτημα το οποίο παραμένει υψίστης σημασίας για εμάς. Ένα ζήτημα στο οποίο προφανώς και διαφωνούμε, όμως το αντίδοτο σε οποιοδήποτε αδιέξοδο δεν μπορεί να είναι άλλο από το διάλογο. Γι΄ αυτό και χαίρομαι για τον ορισμό της κας Holguín ως προσωπικής εκπροσώπου του Γενικού Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών και θεωρώ ότι πρέπει να της δοθεί χρόνος για την αναζήτηση μίας λύσης στο πλαίσιο των αποφάσεων του Συμβουλίου Ασφαλείας του Οργανισμού, ξεκινώντας με την εποικοδομητική συζήτηση μεταξύ των δύο μερών”, ανέφερε.
“Οι δυτικές χώρες πρέπει να μιλήσουν με πιο δυνατή φωνή για όσα γίνονται στη Γάζα”, σημείωσε ο πρόεδρος της Τουρκίας, κατηγορώντας το Ισραήλ για γενοκτονία. “Υπάρχει σημαντικό θέμα, που δεν συμφωνούμε. Εγώ δεν θεωρώ τρομοκρατική οργάνωση τη Χαμάς. Αντιθέτως, έχουν ιδρυθεί το ’47 για να προστατεύσουν τα εδάφη τους. Είναι αντιστασιακή οργάνωση απέναντι στην απώλεια ανθρώπινων ζωών, που δίνει αγώνα προστασίας. Είναι βάναυση και αδίστακτη προσέγγιση ο χαρακτηρισμός της ως τρομοκρατική οργάνωση. Δίνουν αγώνα να προστατεύσει τα εδάφη και τον λαό τους. Άλλωστε κι εσείς δώσατε θετική ψήφο στα Ηνωμένα Έθνη και σας ευχαρίστησα γι’ αυτό. Αλλά, αν το πείτε τρομοκρατική οργάνωση, αυτό θα μας λυπούσε. Παρακολουθώ τη Χαμάς και στη χώρα μου υπάρχουν πάνω από 1.000 μέλη της που νοσηλεύονται. Δεν μπορώ να συμφωνήσω με την προσέγγισή σας”, πρόσθεσε ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν.
“Ας συμφωνήσουμε, κ. πρόεδρε, ότι διαφωνούμε στο θέμα αυτό, αλλά ας συμφωνήσουμε ότι συμφωνούμε στην ανάγκη αυτή τη στιγμή να υπάρχει μια άμεση κατάπαυση του πυρός και πάνω απ’ όλα, πάνω απ’ όλα να προστατευθούν οι άμαχοι Παλαιστίνιοι, που είναι και τα άδικα, τα μεγάλα θύματα αυτού του πολέμου”, ήταν η ανταπάντηση του Κυριάκου Μητσοτάκη.
Ολόκληρη η δήλωση του πρωθυπουργού
“Αξιότιμε κ. Πρόεδρε της Τουρκικής Δημοκρατίας, αγαπητέ Tayyip, κυρίες και κύριοι Υπουργοί, κυρίες και κύριοι, δεν μπορώ παρά να ξεκινήσω με τις ευχαριστίες μου για τη ζεστή φιλοξενία την οποία μας επιφυλάξατε σήμερα στην Άγκυρα.
Σε μία συνάντηση που -αξίζει να σημειωθεί- είναι η τέταρτη μέσα στους τελευταίους δέκα μήνες, κάτι το οποίο πιστεύω ότι αποδεικνύει πως οι δύο γείτονες μπορούμε πλέον να καθιερώσουμε αυτή την προσέγγιση της αμοιβαίας κατανόησης, όχι πλέον ως κάποια εξαίρεση, αλλά ως μία παραγωγική κανονικότητα που δεν αναιρείται από τις γνωστές διαφορές στις θέσεις μας. Κανονικότητα, η οποία θα έλεγα ότι διαμορφώνει και μία καλύτερη καθημερινή πραγματικότητα.
Κι αυτό νομίζω ότι είναι και το μήνυμα το οποίο εκπέμπουμε και σήμερα. Ένα μήνυμα, το οποίο το θεμελιώσαμε προ ολίγων μηνών στη Σύνοδο του Ανώτατου Συμβουλίου Συνεργασίας που έλαβε χώρα στην Αθήνα και με την υπογραφή της Διακήρυξης των Αθηνών στη συνέχεια, οικοδομήθηκε με πολύ μεγάλη συστηματικότητα, όπως είχαμε συμφωνήσει και υπό την ευθύνη των δύο Υπουργών Εξωτερικών, σε τρία επίπεδα: στον πολιτικό διάλογο, στη θετική ατζέντα και στα Μέτρα Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης.
Πιστεύω ότι είναι μία θετική εξέλιξη σε μία εποχή δύσκολη για τη διεθνή ειρήνη, αλλά και για την ευρύτερη σταθερότητα στην περιοχή μας. Και είναι πολύ σημαντικό ότι, όπως είχαμε δρομολογήσει, αυτή η προσέγγιση έχει ήδη οδηγήσει σε χειροπιαστά αποτελέσματα, με αμοιβαίο όφελος.
Αναφερθήκατε στην πολύ μεγάλη σημασία την οποία αποδίδουμε και οι δύο στον τομέα της οικονομίας και είχαμε πράγματι συμφωνήσει να υπάρχει μία περαιτέρω σύσφιξη στους τομείς του εμπορίου και των επενδύσεων.
Θέλω να χαιρετίσω κι εγώ με τη σειρά μου σήμερα και την επίσημη ίδρυση του Ελληνοτουρκικού Επιχειρηματικού Συμβουλίου που αποφασίστηκε στα πλαίσια της θετικής ατζέντας και να εκφράσω την ικανοποίησή μου διότι διεξήχθη ένα πολύ επιτυχημένο επιχειρηματικό φόρουμ στην Κωνσταντινούπολη, με συμμετοχή πολλών επιφανών Ελλήνων και Τούρκων επιχειρηματιών.
Νομίζω ότι είναι ένα από τα πολλά βήματα που θα ακολουθήσουν, έτσι ώστε να μπορέσουμε να φτάσουμε στον στόχο μας, που δεν είναι άλλος από το να διπλασιάσουμε τις διμερείς μας συναλλαγές σε βάθος πενταετίας, παρά τις αντιξοότητες του διεθνούς περιβάλλοντος, παρά τα εμπόδια στις διεθνείς εφοδιαστικές αλυσίδες. Κινούμαστε αναμφίβολα προς τη σωστή κατεύθυνση.
Και παράλληλα, οι δύο λαοί μας, όπως είχα δεσμευτεί τον Δεκέμβριο, απολαμβάνουν τους καρπούς μιας σημαντικής πρωτοβουλίας: να μπορούν Τούρκοι επισκέπτες και οι οικογένειές τους να ταξιδεύουν σε δέκα ελληνικά νησιά. Και χάρη στη συνεννόηση που πέτυχε η Ελληνική Κυβέρνηση με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η έκδοση βίζας, αυτή η διαδικασία διαρκεί πια μόνο λίγα λεπτά.
Είχα την ευκαιρία τις τελευταίες εβδομάδες να επισκεφτώ τη Λέσβο και τη Χίο. Διαπίστωσα ο ίδιος πόσο γρήγορη και πόσο απλή και σύντομη είναι αυτή η διαδικασία. Και νομίζω ότι είναι πολύ σημαντικό, όχι μόνο στο οικονομικό επίπεδο, αλλά είναι πολύ σημαντικό οι δύο λαοί μας να επικοινωνούν με άμεσο τρόπο και με λιγότερη γραφειοκρατία.
Αλλά θα έλεγα ότι και στον κρίσιμο τομέα του μεταναστευτικού, η συνεργασία μεταξύ των δύο χωρών μας και ειδικά μεταξύ της Αστυνομίας και του Λιμενικού αποδίδει απέναντι στις παράνομες ροές και απέναντι στους άθλιους διακινητές, οι οποίοι εκμεταλλεύονται τον πόνο απελπισμένων ανθρώπων. Αυτή η συνεργασία πρέπει να συνεχιστεί και να ενταθεί. Ένας συντονισμός τον οποίο τον θέλουμε τόσο στα χερσαία όσο και στα θαλάσσια σύνορά μας.
Ξέρουμε, εξάλλου, ότι και οι δύο έχουμε πιεστεί από μεταναστευτικά κύματα. Και η Τουρκία έχει πιεστεί πολύ. Γι’ αυτό και η Ελλάδα ανέκαθεν συμφώνησε και εξακολουθεί να συμφωνεί στη χρηματοδότηση της Τουρκίας από την Ευρωπαϊκή Ένωση, όπως συμφωνούμε και με ευρωπαϊκό σχέδιο ώστε να ανακουφιστεί με τη σειρά της μέσω οργανωμένων μετεγκαταστάσεων.
Ταυτόχρονα, οι μειονότητες στις χώρες μας που προσδιορίζονται από τη Συνθήκη της Λωζάνης, αποτελούν -και το πιστεύω βαθιά αυτό- μια γέφυρα φιλίας μεταξύ των δύο λαών μας.
Από τη μια πλευρά, η ελληνική μειονότητα, έστω και δραστικά μειωμένη πληθυσμιακά, εμπλουτίζει την κοινωνική και την πολιτιστική ζωή της Τουρκίας. Χρειάζεται όμως και τη στήριξη της τουρκικής πολιτείας για να συνεχίσει να το πράττει.
Ενώ στη Θράκη, Χριστιανοί και Μουσουλμάνοι συμπολίτες μας διαβιούν αρμονικά με την ευρωπαϊκή αλλά και την ελληνική έννομη τάξη να τους εγγυάται ένα καθεστώς ίσων ευκαιριών. Πρέπει να σας διαβεβαιώσω ότι σε αυτόν τον στόχο είμαι προσωπικά προσηλωμένος.
Όπως έχω ήδη τονίσει, ο χαρακτηρισμός τής μειονότητας ως θρησκευτικής προβλέπεται ρητά στη Συνθήκη της Λωζάνης, ενώ το έμπρακτο ενδιαφέρον της ελληνικής πολιτείας για την ευημερία της μουσουλμανικής μειονότητας στη Θράκη εκδηλώνεται με την αυτονόητη τήρηση των αρχών ισονομίας και ισοπολιτείας για τα μέλη της, όπως και για όλους τους Έλληνες πολίτες, αλλά -και θέλω να το τονίσω αυτό- και με τη λήψη ειδικών μέτρων που απολαμβάνουν οι μουσουλμάνοι της χώρας μας. Και θεωρούμε επιτυχία μας την ενεργό παρουσία της μειονότητας στην ελληνική πολιτική και κοινωνική ζωή και θα ήταν ευχής έργον αν την ίδια άνθιση γνώριζε και ο, δυστυχώς, διαρκώς συρρικνούμενος ελληνισμός στην Τουρκία.
Και βέβαια, στο πνεύμα της αρμονικής συνύπαρξης εντάσσεται και ο σεβασμός των διεθνών κανόνων προστασίας της θρησκευτικής και της πολιτιστικής κληρονομιάς, ιδίως όταν μιλάμε για μνημεία τα οποία αποτελούν πανανθρώπινη περιουσία υπό την ομπρέλα της UNESCO. Είχαμε την ευκαιρία με ειλικρίνεια να συζητήσουμε με τον Πρόεδρο Erdoğan τη στεναχώρια μας, τη δυσαρέσκειά μας για το γεγονός ότι η Μονή της Χώρας άλλαξε χαρακτήρα και θα λειτουργήσει πια ως τέμενος.
Άκουσα αυτά τα οποία είπε ο κ. Πρόεδρος και πιστεύω ότι κατ’ ελάχιστον είναι πολύ σημαντικό να μπορούμε να διαφυλάξουμε την ξεχωριστή πολιτιστική αξία αυτού του μνημείου έτσι ώστε να μπορεί να είναι επισκέψιμο από όλους και να μπορούν όλοι να απολαμβάνουν αυτόν τον πολύ σημαντικό πολιτιστικό θησαυρό, που πιστεύω ότι αποτελεί και ένα σημείο αναφοράς στην ιστορία της ίδιας της Κωνσταντινούπολης.
Κυρίες και κύριοι, φίλες και φίλοι, είχαμε την ευκαιρία με τον Πρόεδρο Erdoğan να συζητήσουμε και τις εξελίξεις στην Ουκρανία και στη Μέση Ανατολή. Πρόκειται για γεγονότα τα οποία είναι εξαιρετικά ανησυχητικά, φέρνουν μόνο οδύνη και πόνο και τα οποία πρέπει να σταματήσουν με έναν τρόπο μόνο: με την καταδίκη της δεσποτικής επιθετικότητας, αλλά και της ωμής τρομοκρατίας. Με την υπεράσπιση του Διεθνούς Δικαίου, της κυριαρχίας των κρατών, το απαραβίαστο των συνόρων, σε μία πορεία με διαρκή πυξίδα το σεβασμό της ανθρώπινης ζωής.
Με την Τουρκία δεν συμφωνούμε πάντα στα θέματα τα οποία αφορούν τη Μέση Ανατολή. Η θέση της Αθήνας είναι ότι το Ισραήλ είχε κάθε δικαίωμα να αμυνθεί σε μία αιματηρή και προκλητική εισβολή τρομοκρατών στο έδαφός του, σε μία επίθεση με θύματα αθώους, οι οποίοι δολοφονήθηκαν, απήχθησαν, βασανίστηκαν και μάλιστα από μία τρομοκρατική οργάνωση που δεν εκπροσωπεί τον παλαιστινιακό λαό.
Μέχρι εδώ δεν συμφωνούμε, όμως συμφωνούμε σε άλλα. Συμφωνούμε στο ότι πρέπει να σταματήσει η ασύμμετρη χρήση βίας και το αιματοκύλισμα στην περιοχή και να οδηγηθούμε σε μία ανακωχή διαρκείας. Συμφωνούμε ότι πρέπει να προστατευτούν οι άμαχοι της Γάζας και να απελευθερωθούν οι όμηροι. Συμφωνούμε ότι οι Παλαιστίνιοι πρέπει να αποκτήσουν πρόσβαση σε ανθρωπιστική βοήθεια. Ναι, συμφωνούμε ότι αυτή τη στιγμή θα ήταν κολοσσιαίο λάθος να εκδηλωθεί μία χερσαία επίθεση στη Ράφα.
Όπως επίσης συμφωνούμε και στο γεγονός ότι η μόνη βιώσιμη προοπτική είναι η επιστροφή στην πολιτική διαδικασία και η λύση των δύο κρατών, θέση την οποία υποστηρίζουμε απόλυτα και ενεργά ως μέλη της διεθνούς κοινότητας και ως χώρες της περιοχής.
Και στο ίδιο πλαίσιο συζητήσαμε, προφανώς, και το κυπριακό ζήτημα, ένα ζήτημα το οποίο παραμένει υψίστης σημασίας για εμάς. Ένα ζήτημα στο οποίο προφανώς και διαφωνούμε, όμως το αντίδοτο σε οποιοδήποτε αδιέξοδο δεν μπορεί να είναι άλλο από το διάλογο. Γι΄ αυτό και χαίρομαι για τον ορισμό της κας Holguín ως προσωπικής εκπροσώπου του Γενικού Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών και θεωρώ ότι πρέπει να της δοθεί χρόνος για την αναζήτηση μίας λύσης στο πλαίσιο των αποφάσεων του Συμβουλίου Ασφαλείας του Οργανισμού, ξεκινώντας με την εποικοδομητική συζήτηση μεταξύ των δύο μερών.
Και αναφερόμενος μάλιστα στην Ευρωπαϊκή Ένωση, εγώ θα επαναλάβω από το βήμα αυτό ότι η Ελλάδα υποστήριξε και υποστηρίζει, παρά τις μεγάλες δυσκολίες, την ενταξιακή διαδρομή της Τουρκίας, με την προϋπόθεση, βέβαια, της ενσωμάτωσής της στο ευρωπαϊκό κεκτημένο. Και τα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου του Απριλίου δίνουν μια θετική προοπτική στην επανεκκίνηση των ευρωτουρκικών σχέσεων. Θέλω να ελπίζω ότι αυτά θα ερμηνευτούν σωστά και ότι μπορούν και πρέπει να αξιοποιηθούν σωστά και από την δική σας την πλευρά.
Αγαπητέ κ. Πρόεδρε, αγαπητέ Tayyip, και σήμερα δείξαμε ότι δίπλα στις διαπιστωμένες διαφωνίες μας μπορούμε να γράφουμε μία παράλληλη σελίδα, με τις συμφωνίες μας. Απόδειξη ότι πέραν των όσων είπαμε για την οικονομία, για το μεταναστευτικό, για τις διευκολύνσεις στη χορήγηση θεωρήσεων, οι Υπουργοί μας υπέγραψαν μνημόνια συνεργασίας στους τομείς της υγείας και ειδικά στον τομέα της πολιτικής προστασίας, όπου αναγνωρίζουμε και οι δύο ότι οι χώρες μας αντιμετωπίζουν παρεμφερείς προκλήσεις από την κλιματική κρίση.
Κάνοντας δύο ακόμα βήματα που αφορούν τις καθημερινές ανάγκες των λαών μας στο παρόν, γιατί το σήμερα δεν πρέπει να μένει αιχμάλωτο του χθες και δεν πρέπει ούτε να ναρκοθετεί και το αύριο.
Και με το βλέμμα λοιπόν στα πολλά που μας ενώνουν, επιθυμούμε να πυκνώσουμε στο επόμενο διάστημα τις διμερείς μας επαφές, να συνεχίσουμε υπό τον συντονισμό των δύο Υπουργών Εξωτερικών αυτόν τον θετικό δρόμο τον οποίο έχουμε διαβεί τον τελευταίο χρόνο.
Και με αυτές τις σκέψεις θέλω και πάλι να σας ευχαριστήσω για την εξαιρετική φιλοξενία, προσβλέποντας να συναντηθούμε εκ νέου, πιθανόν στη Σύνοδο του ΝΑΤΟ στην Ουάσιγκτον, σίγουρα στο πλαίσιο της Γενικής Συνέλευσης του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών τον Σεπτέμβριο στη Νέα Υόρκη και βέβαια να ανταποδώσουμε και εγώ και τα μέλη του Υπουργικού Συμβουλίου την επίσκεψη την οποία κάνατε στην Αθήνα, με την επόμενη σύγκληση του Ανώτατου Συμβουλίου Συνεργασίας, το οποίο, όπως έχουμε συμφωνήσει, θα λάβει χώρα στην Άγκυρα εντός αυτού του έτους.
Σας ευχαριστώ πολύ”.
“Ας συμφωνήσουμε, κ. Πρόεδρε, ότι διαφωνούμε στο θέμα αυτό, αλλά ας συμφωνήσουμε ότι συμφωνούμε στην ανάγκη αυτή τη στιγμή να υπάρχει μια άμεση κατάπαυση του πυρός και πάνω απ’ όλα, πάνω απ’ όλα να προστατευθούν οι άμαχοι Παλαιστίνιοι, που είναι και τα άδικα, τα μεγάλα θύματα αυτού του πολέμου”.
Του Δημήτρη Γκάτσιου από το Capital.gr