Ασταμάτητη είναι η φόρα της υποβολής νέων αιτήσεων για όρους σύνδεσης στον ΑΔΜΗΕ όπως δείχνουν και τα στοιχεία στον κύκλο Ιουνίου, διαψεύδοντας τις εκτιμήσεις όσων θεωρούσαν ότι η νέα κανονικότητα της αγοράς θα φρενάρει το επενδυτικό ενδιαφέρον.
Αν κρίνει κάνεις από τα επίσημα στοιχεία, κατατέθηκαν αιτήματα για πάνω από 40 έργα ΑΠΕ, συνολικής ισχύος 1,47 GW, ανεβάζοντας το σύνολο όλων όσων βρίσκονται σε αυτή τη κατηγορία σε πάνω από 44 GW, τα οποία μαζί με όσα λειτουργούν ή έχουν κατοχυρώσει όρους σύνδεσης υπερκαλύπτουν ακόμη και τους στόχους για το 2050. Συνολικά τα εκκρεμή αιτήματα, συμπεριλαμβανομένων των απαλλασσόμενων, φτάνουν τους 10.655 σταθμούς.
Στην πραγματικότητα, το χαρτοφυλάκιο αυτό είναι ακόμη μεγαλύτερο, εφόσον προστεθούν και οι αιτήσεις σύνδεσης «μικρών» μονάδων ΑΠΕ, που βρίσκονται εν αναμονή στον ΔΕΔΔΗΕ.
Αναμενόμενος ήταν πάντως ο επενδυτικός πυρετός στον τομέα της αποθήκευσης, όπου τα στοιχεία δείχνουν ότι υποβλήθηκαν 17 νέα αιτήματα, συνολικής ισχύος 1,24 GW. Αθροιστικά εκκρεμούν 197 αιτήσεις για μπαταρίες, συνολικής ισχύος 16,65 GW. Σύμφωνα με το κείμενο του ΕΣΕΚ, η συνολική ισχύς των συστημάτων αποθήκευσης αναμένεται να ανέλθει το πολύ στα 3,1 GW έως το 2030, επομένως τα αιτήματα στον ΑΔΜΗΕ ξεπερνούν κατά 437% τον παραπάνω στόχο.
Στο ερώτημα που οφείλεται αυτός ο καταιγιστικός ρυθμός αιτημάτων, που ακολουθεί σταθερά κάθε μήνα ανοδική πορεία και δεν λέει να αλλάξει ταχύτητα, άνθρωποι με γνώση του χώρου, το αποδίδουν σε τρεις λόγους:
1. Στην αδράνεια κάθε αγοράς και συστήματος, που παίρνει πάντα χρόνο για να αλλάξει πορεία και να στρίψει. Κάθε φορά που έρχεται μια μεγάλη αλλαγή, στην αρχή υπάρχει άρνηση των ανθρώπων του κλάδου να την αποδεχτούν.
2. Στο χώρο επικρατούν οι developers και όχι οι παραγωγοί. Τους developers δεν τους ενδιαφέρει αν τα έργα θα δουλεύουν και πόσο, αρκεί να βρουν κάποιον να το πουλήσουν.
3. Οι μεγάλες εταιρείες του εξωτερικού έχουν επενδύσει σημαντικά κεφάλαια σε γραφεία και ανθρώπινο δυναμικό και τα στελέχη τους επιχειρούν να ωριμάσουν μια σειρά από έργα, προσδοκώντας ότι θα μπει φρένο στη σημερινή κατάσταση.
Αρκετοί θεωρούν ότι η εικόνα θα αλλάξει όταν οι τράπεζες συνειδητοποιήσουν πως τα έσοδα από το ρεύμα που εισπράττουν οι παλαιοί τους πελάτες μειώνονται με κίνδυνο κάποια δάνεια να «κοκκινίσουν» και ότι οι όροι χρηματοδότησης για τα νέα έργα πρέπει να αλλάξουν. Κάτι που πάντως έχει ήδη αρχίσει να συμβαίνει, χωρίς να παρατηρείται κάποια «ύφεση» στον καταιγισμό των αιτήσεων.
Ανάμεσα στα προαπαιτούμενα που ζητούν πλέον οι τράπεζες από τους επενδυτές ΑΠΕ για να χορηγήσουν δάνεια στο νέο ενεργειακό τοπίο είναι τα αυξημένα ίδια κεφάλαια, οι υψηλότεροι δείκτες κάλυψης των δόσεων και PPA’s.
Η νέα πραγματικότητα των μηδενικών και αρνητικών τιμών, των περικοπών ενέργειας και των νέων δεδομένων στην ελληνική αγορά ηλεκτρισμού, έχει θορυβήσει τις τράπεζες ως προς τις από εδώ και πέρα χορηγήσεις, με πληροφορίες να αναφέρουν ότι κατά περίπτωση επανεξετάζονται και εγκεκριμένες ήδη συμβάσεις.
Αλλά η εικόνα του Ιουνίου δείχνει ότι ακόμη δεν είμαστε εκεί, με στελέχη της αγοράς να εκτιμούν ότι η ανάσχεση θα αρχίσει από το φθινόπωρο.
Τότε που ο δανεισμός θα δυσκολέψει κι άλλο, τα αρνητικά σήματα από το μέτωπο των τιμών θα γενικευθούν, οι περικοπές θα αυξηθούν, οι αποδόσεις των ΑΠΕ θα μειωθούν περαιτέρω και γενικότερα οι ανανεώσιμες πηγές θα γίνουν όλο και λιγότερο ελκυστικές, μέχρι να βρεθεί ισορροπία, όπως είχε εκτιμήσει πρόσφατα ο διευθύνων σύμβουλος της Metlen, Ευ.Μυτιληναίος.
Κατευθυνόμαστε, όπως είχε πει, σε μια νέα αγορά, όπου κάθε επένδυση ΑΠΕ θα συνοδεύεται με το ανάλογο merchant risk, το οποίο μέχρι σήμερα «εξαφανίζονταν» υπό το καθεστώς των επιδοτήσεων feed in tariff.
Πηγή energypress.gr