Μέχρι πριν από μερικά χρόνια, όταν όλα στη χώρα κυλούσαν με τον… αραμπά, πολλά πράγματα τα οποία -με λίγη παρακάνω ταλαιπωρία- μπορούσαν να διεκπεραιωθούν εντός της ίδιας ημέρας, στις μέρες της ψηφιακής διακυβέρνησης που διανύουμε θέλουν αρκετές μέρες και σε κάποιες περιπτώσεις και ολόκληρες για να γίνουν
Γράφει ο Γρηγόρης Τζιοβάρας
Ειδικά από την περίοδο που ξέσπασε η πανδημία και «εφευρέθηκε» ο θεσμός του προκαθορισμένου ραντεβού για την εξυπηρέτηση των πολιτών από δημόσιους οργανισμούς, όπως οι φορολογικές αρχές, οι υπηρεσίες των Δήμων ή ο ΕΦΚΑ, ο ΔΕΔΗΕ και το Κτηματολόγιο, αλλά και από ιδιωτικούς φορείς, όπως, για παράδειγμα, οι τράπεζες, οι χρόνοι ικανοποίησης για μια σειρά αιτημάτων και αναγκών που προκύπτουν για τον καθένα μας έχουν επιβραδυνθεί δραματικά.
Ας πάρουμε το απλό παράδειγμα του ανοίγματος ενός τραπεζικού λογαριασμού, τον οποίο κάποιος πολίτης δεν μπορεί ή δεν θέλει να ανοίξει διαδικτυακά, επειδή, ακόμη και αν ξέρει, θα δυσκολευτεί να στείλει «σκαναρισμένα» -πόσοι, άλλωστε, διαθέτουν σκάνερ σπίτι τους;- τα απαιτούμενα δικαιολογητικά. Τον παλαιό καιρό θα έπαιρνε τα χαρτιά του ανά χείρας, θα στήνονταν μια, δύο, τρεις ώρες στην ουρά και, αφού ερχόταν η σειρά του, θα εξυπηρετείτο από έναν από πολλούς υπαλλήλους που είχαν οι τράπεζες στα γκισέ και εντός της ίδιας ημέρας θα είχε ανοίξει τον λογαριασμό του. Κάτι ανάλογο ίσχυε και με άλλες υπηρεσίες. Στηνόσουν αχάραγα στο ΙΚΑ, στην εφορία ή στην πολεοδομία και μπορεί να ανεβοκατέβαινες ορόφους, έφευγες αργά το μεσημέρι με το χαρτί που ήθελες.
Τώρα αυτό είναι σχεδόν αδύνατο να συμβεί, πριν περάσουν τρεις, πέντε ή και δεκαπέντε ημέρες. Για οποιαδήποτε τραπεζική συναλλαγή πλέον -από την πιο απλή έως την πιο σύνθετη- χρειάζεται να έχεις κλείσει πολλές μέρες νωρίτερα ραντεβού. Αν κάνεις το λάθος να πας σε οποιοδήποτε υποκατάστημα τραπέζης… «τρως πόρτα», κατά το κοινώς λεγόμενο. Δεν σου επιτρέπεται καν η είσοδος, παρόλο που, αν καταφέρεις να εισέλθεις -επειδή το «face control» γίνεται στο εσωτερικό του καταστήματος-, βλέπεις έναν άδειο χώρο στον οποίο κινούνται ελάχιστοι πελάτες και ακόμη λιγότεροι υπάλληλοι.
Στη διάρκεια του καλοκαιριού, εξαιτίας και των αδειών του προσωπικού, εκτυλίχθηκαν σε πολλά υποκαταστήματα σκηνές απείρου κάλους κυρίως με ηλικιωμένους συμπολίτες μας, αλλά και με Έλληνες του εξωτερικού, που δεν μπορούσαν να καταλάβουν γιατί δεν εξυπηρετούνταν αφού στα υποκαταστήματα δεν υπήρχαν οι γνωστές από το παρελθόν ουρές. Στην επισήμανση των πελατών ότι «θα περιμένουμε μέχρι να έρθει η σειρά μας», η αντίδραση των ιθυνόντων ήταν ότι «είμαστε τόσο λίγοι που οριακά προλαβαίνουμε να εξυπηρετήσουμε όσους έρχονται με ραντεβού, οπότε κι εσείς δεν έχετε άλλη επιλογή…».
Τα πράγματα είναι τρισχειρότερα σε οργανισμούς του δημοσίου, όπως οι εφορίες (ΔΟΥ), όπου η υποτιθέμενη «εξυπηρέτηση» γίνεται μέσω διαδικτυακής αλληλογραφίας. Έχω σε screen shot στον υπολογιστή μου τον πίνακα με τις πέντε διαδοχικές επικοινωνίες που είχε άμοιρος φορολογούμενος από τον περασμένο Απρίλιο έως την ώρα που γράφονται τούτες οι γραμμές με την Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ) επιχειρώντας να βρει άκρη με την φορολογική του δήλωση την οποία υπέβαλε έγκαιρα αλλά δεν εκκαθαρίζεται παρόλο που έχει προσκομίσει όλα όσα του ζητήθηκαν.
Η επικοινωνία του με την ΔΟΥ, η οποία είναι αρμόδια για την εκκαθάριση της δήλωσής του είναι αδύνατη, αφού τα τηλεφωνήματα που κάνει -σιγά την είδηση…- δεν απαντώνται. Στην απόπειρά του να βρει άκρη επικοινώνησε και με το τηλεφωνικό κέντρο της ΑΑΔΕ (στον αριθμό 2131621000). Αφού περίμενε αρκετή ώρα στη γραμμή, ήρθε αντιμέτωπος με αγενέστατη υπάλληλο που τον ρώτησε αναιδώς: «Και τι θέλετε κύριε μου, να σας εκκαθαρίσω εγώ τη δήλωσή σας;». Όταν εκείνος της απάντησε: «μήπως να με συνδέατε με τον διοικητή σας ή με κάποιον άλλο υπεύθυνο;», η γραμμή «έπεσε», αφήνοντάς τον σύξυλο.
Ο φορολογούμενος, ο οποίος περιμένει να πληρώσει τον πρόσθετο φόρο που του αναλογεί, αλλά και να εισπράξει χρήματα από το επίδομα τέκνου και το fuel pass, για τα οποία αποτελεί προϋπόθεση η εκκαθάριση της δήλωσής του, έχει όλα τα στοιχεία στη διάθεση του επικεφαλής της ανεξάρτητης αρχής κ. Γιώργου Πιτσιλή. Ενδεχομένως, όμως, όσο και αν επιμείνει, μάλλον δεν θα καταφέρει να τον… εντοπίσει. Το πιθανότερο, άλλωστε, είναι ότι η περίπτωση της αφόρητης ταλαιπωρίας του δεν είναι η μοναδική.
Το «σύστημα» της ανικανότητας που βασιλεύει στη δημόσια διοίκηση ήταν και παραμένει ανίκητο. Πόσω μάλλον τώρα που το προσωπικό -και άρα οι… φιλότιμοι υπάλληλοι- έχουν περιοριστεί. Γι΄ αυτό και όσες καινοτόμες πλατφόρμες και αν σχεδιάσουν το υπουργείο Ψηφιακής Διακυβέρνησης και ο Κυριάκος Πιερρακάκης με τους συνεργάτες του, όσες αποφάσεις για την αυτοματοποιημένη διαλειτουργικότητα της αναζήτησης δικαιολογητικών και αν ληφθούν, η «κερκόπορτα» της μεσολάβησης του ελλιπούς, ανίκανου και αναξιολόγητου ανθρώπινου δυναμικού παραμένει πάντα ανοικτή.
Με αποτέλεσμα να χάνονται το ένα μετά το άλλο τα… ραντεβού της ελληνικής -δημόσιας και ιδιωτικής- διοίκησης με την πραγματική ψηφιακή εποχή.
Το κείμενο δημοσιεύθηκε αρχικά στο Protothema.gr