Του Φίλιππου Δραγούμη*
Διαψεύδοντας τις προφητείες του κυρίου Δένδια (Βουλή, 23/5/13), φέτος το καλοκαίρι δεν θα υπάρξει ως δικαιολογία για τις φωτιές ο ακραίος καύσωνας. Όλες οι μετεωρολογικές προβλέψεις δείχνουν πως το καλοκαίρι θα είναι σχετικά ήπιο. Θα χρειασθεί επομένως, αν αντιμετωπίσουμε μεγάλες δασικές πυρκαγιές, να ψάξουμε αλλού για τους ενόχους διότι η δικαιολογία αυτή δεν θα ισχύει. Ούτε βέβαια να τρέξουμε να κατηγορήσουμε ψεκασμούς ή πράκτορες ξένων κρατών που θέλουν να σαμποτάρουν τον Ελληνικό τουρισμό, όπως διαδόθηκε εντέχνως το 2007.
Ένας πρώτος ένοχος έχει φέτος ήδη διακριθεί: η πυροσβεστική λαμβάνει καθημερινά κλήσεις για φωτιές σε αστικό πράσινο που έχουν προκληθεί από συσσώρευση σκουπιδιών κάτω από θάμνους. Πράγματι, όπου κι αν κοιτάξει κανείς, δίπλα στους δρόμους αλλά και αλλού, τα σκουπίδια ( εύφλεκτα πλαστικά, χαρτιά, ξύλα και άλλα) ευδοκιμούν καλά κρυμμένα μέσα σε ξερόχορτα.
Οι αιτίες του φαινομένου είναι προφανώς η κακή μας νοοτροπία να τα πετάμε από το παράθυρο του αυτοκινήτου αλλά και η ανεπάρκεια δήμων και περιφερειών να λύσουν το πρόβλημα των παράνομων χωματερών και να εδραιώσουν μια συνολικά καλύτερη διαχείριση των απορριμμάτων που θα πείσει και εκπαιδεύσει τους πολίτες. Δίνουν με δυο λόγια το κακό παράδειγμα.
Τα δάση, είναι και αυτά γεμάτα μπάζα και σκουπίδια. Όλο αυτό το υλικό, περιμένει μια σπίθα για να αρπάξει– δεν απαιτούνται ακραία καιρικά φαινόμενα με τόσο προσάναμμα παντού. Η διάχυτη παραβατικότητα αυτή, που βλάπτει το περιβάλλον, δυστυχώς απέχει από το να ελεγχθεί αποτελεσματικά και υπονομεύεται από το γεγονός πως αυτοί που είναι υπεύθυνοι για τον έλεγχο, συχνά παρανομούν οι ίδιοι.
Δεύτερο πρόβλημα είναι η έλλειψη μέτρων πρόληψης και η απαξίωση των δασικών αρχών. Οι δασικές υπηρεσίες έγιναν πλέον γραφειοκρατικές κι απομακρύνθηκαν από το αντικείμενό τους με την ανάληψη της ευθύνης για τα δάση από την πυροσβεστική. Όμως, τόσο η πρόληψη όσο και πυρόσβεση απαιτούν ειδικές γνώσεις για το δάσος, το είδος των δέντρων, την διαδοχή των φυτών στο οικοσύστημα, τη συμπεριφορά τους αλλά και το ανάγλυφο κάθε περιοχής, γνώσεις που λείπουν από τους πυροσβέστες, όσο πρόθυμοι κι αν είναι να παλέψουν τις φωτιές. Αυτή η επιστημονική γνώση είναι απαραίτητη προκειμένου να προστατευτούν τα δάση. Αν όμως οι άνθρωποι που θα έπρεπε να ασχολούνται με όλα αυτά, ούτε έχουν τις ανάλογες αρμοδιότητες αλλά και δεν μπορούν να φεύγουν από τα γραφεία τους, το πρόβλημα, όπως έχουν ήδη δείξει στατιστικές, έχει μεγαλώσει– οι φωτιές των τελευταίων ετών λαμβάνουν όλο και μεγαλύτερες διαστάσεις. Η πυροσβεστική είναι άριστα εκπαιδευμένη στο δομημένο περιβάλλον: πόλεις, σπίτια, εγκαταστάσεις, βιομηχανίες κτλ. Το φυσικό όμως απαιτεί άλλου είδους αντιμετώπιση που δυστυχώς λείπει. Το κενό αυτό πρέπει να συμπληρωθεί και με την επίγνωση πως τα μέτρα πρόληψης λαμβάνονται πολύ πριν την αντιπυρική περίοδο κι όχι τον Μάιο/ Ιούνιο. Στην πραγματικότητα είναι διαρκής διαχείριση.
Εθελοντικές ομάδες πολιτών ( όπως ο ΕΔΑΣΑ) έχουν προσφέρει εδώ και χρόνια πολλά στην πυροφύλαξη κατά την δύσκολη περίοδο: δυστυχώς όμως αντί να επιβραβεύονται έχουν και αυτές αγνοηθεί και ο λιγοστός εξοπλισμός που ζητούσαν χάθηκε κάπου ανάμεσα στους δήμους και τις περιφέρειες, με το μπλέξιμο των αρμοδιοτήτων. Η ύφεση έχει φέρει και αυτή μείωση των χορηγιών του ιδιωτικού τομέα που μέχρι πρόσφατα κάλυπταν κάποια απαραίτητα έξοδα της κοινωνίας των πολιτών.
Ακόμη, πρέπει να αναφερθεί πως στη μεγέθυνση των πυρκαγιών έχει συντελέσει και η πλήρης εγκατάλειψη της ορεινής οικονομίας. Αυτό είναι βέβαια ένα περίπλοκο ζήτημα που δεν μπορεί να αναλυθεί εδώ, αλλά όσο η μονοτονία τους δάσους κάποτε διακοπτόταν από καλλιέργειες, μικρά ανοίγματα για βόσκηση και άλλες ανθρώπινες δραστηριότητες, υπήρχαν, πέρα από την αύξηση της βιοποικιλότητας, φυσικά εμπόδια που σταματούσαν την επέκταση της φωτιάς. Ας σημειώσουμε εδώ, πως σε άλλες χώρες, όπως στη Φιλανδία (μια χώρα στην ουσία απέραντο δάσος) όπου όμως οι παραδοσιακές δραστηριότητες στο δάσος έχουν μειωθεί, οι δασικές υπηρεσίες καίνε ελεγχόμενα τμήματα του δάσους ώστε να δημιουργήσουν ανοίγματα. Μέσα σε αυτά καλλιεργούν και εκτρέφουν παραδοσιακές ποικιλίες φυτών και ζώων. Τα προϊόντα αυτά διατίθενται σε τουριστικές περιοχές και ξενοδοχεία. Εδώ, τα ορεινά προϊόντα όχι μόνο θα προσέδιδαν αξία στο brand name της Ελληνικής διατροφής που γίνεται όλο και πιο γνωστό διεθνώς αλλά θα βοηθούσαν στην πρόληψη από τις φωτιές, γλυτώνοντας μας από έξοδα (πυρόσβεση, αναδάσωση, μέτρα κατά της διάβρωσης κτλ ).
Όμως δεν ξέρω αν έχει γίνει αυτό αντιληπτό διότι λείπει η απαραίτητη φαντασία να καταλάβουμε πως ένα συν ένα ίσον δύο.
*Ο Φίλιππος Δραγούμης είναι Τομεάρχης Περιβάλλοντος της Δράσης και μέλος της διοικούσας επιτροπής