Γράφει ο Αθανάσιος Γραμμένος
Στην απελευθερωμένη Ελλάδα λίγα πράγματα άλλαξαν στον τρόπο ζωής των ανθρώπων, σε σχέση με τα κρατούντα επί Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Οι εισαγόμενοι θεσμοί ήταν το ίδιο ξένοι και απόμακροι για τους Ελλαδίτες, οι οποίοι άλλωστε δεν συμμετείχαν στις σχετικές διαβουλεύσεις, η εξουσία ήταν το ίδιο αυταρχική, το κράτος εξίσου πελατειακό και η επιβίωση αντίστοιχα δύσκολη. Επομένως ο απλός πολίτης έπρεπε να καταφύγει στους παλιούς γνωστούς «πλάγιους» τρόπους για να εξυπηρετήσει τις υποθέσεις του, να ακολουθήσει δηλαδή τα υπόγεια δίκτυα συναλλαγής αφού το κράτος ήταν αφιλόξενο, δαιδαλώδες και αυταρχικό. Έτσι γεννήθηκε η φράση «τί Ζαΐμης, τί Μπραΐμης!», η οποία υποδηλώνει τη διαπίστωση των οραματιστών μιας άλλης Ελλάδας ότι όποιος κι αν τους διαφεντεύει, η πραγματικότητα στον βαλκανικό νότο παραμένει το ίδιο σκληρή και ζοφερή.
Τα χρόνια πέρασαν και η Ελλάδα προσαρμόστηκε, με όποιον τρόπο μπόρεσε, στο πολιτικό μοντέλο που τις επεβλήθη. Το αποτέλεσμα είναι γνωστό και αρκούν οι οικονομικές αναλύσεις των επίσημων κρατικών φορέων σε κάθε περίοδο ή τα πρωτοσέλιδα των μεγάλων εφημερίδων της Ευρώπης και της Αμερικής τα τελευταία πέντε χρόνια για να αποκαλύψουν τις σαθρές βάσεις στις οποίες κτίστηκε αυτό το οικοδόμημα. Ωστόσο, σε όλη τη διάρκεια του νεοελληνικού κράτους, οι πολιτικές δυνάμης εναλάσσονταν στην εξουσία με διακηρύξεις τόσο οξείες και διαφορετικές από των προκατόχων τους, που θα περίμενε κανείς, μετά από κάθε εκλογική αναμέτρηση, ότι η πολιτική αλλαγή θα είναι τόσο μεγάλη όσο μία επαναστατική πράξη. θα μπορούσε κανείς να περιμένει ότι θα αλλάξει άρδην η πορεία της χώρας εξορθολογίζοντας τους βασικούς τομείς της κοινωνικής ζωής. Εκ των υστέρων, γνωρίζουμε ότι κάτι τέτοιο δεν συνέβη και ότι ευθύνες δεν έχουν μόνο οι «παροικούντες την Ιερουσαλήμ».
Δυστυχώς για τη χώρα και την Ευρώπη, η αλλαγή παρέμενε πάντα ένα σύνθημα προς κατανάλωση στις κεντρικές πλατείες των πόλεων. Σταδιακά, καθιερώθηκε μία διακομματική ομερτά που αναγνώριζε σιωπηρά το δικαίωμα κάθε πολιτικής φατρίας να νέμεται το δημόσιο ταμείο και να εναλλάσσει τη δική της πελατεία στις προνομιούχες θέσεις αργομισθίας. Καμμία τομή δεν υλοποιήθηκε και καμμία κυβέρνηση δε επέδειξε την ελάχιστη έστω τόλμη να καθαρίσει την κάπρο του Αυγεία, η οποία χαρακτηρίζεται από διαφθορά, αλητεία, νοοτροπία μαφίας και πάνω απ’ όλα μια διαπαραταξιακή και διαθεσμική υποκρισία ότι τάχα κανείς δεν βλέπει ούτε ακούει τίποτα.
Η άνοδος του ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία, για «πρώτη φορά Αριστερά», έχει όλα τα ψυχολογικά γνωρίσματα της ανίατης ελλαδικής ασθένειας. Εξελέγη για τους πύρινους λόγους των στελεχών του, με την προϋπόθεση ή την επίγνωση ότι δεν θα τους τηρήσει αλλά θα καταλήξει σε έναν έντιμο συμβιβασμό και ίσως εφαρμόσει μια πιο φιλική οικονομική πολιτική προς τα χαμηλά εισοδηματικά στρώματα. Ασχέτως της ιταμότητας και της ανεπάρκειας της προηγούμενης κυβέρνησης, το εκλογικό σώμα με την επιλογή του τον Ιανουάριο του 2015 ομολόγησε ανενδοίαστα τη συμμετοχή του σε αυτό το ιστορικό «παίγνιο». Αυτό θα ήταν το λιγότερο κακό, αν στο εσωτερικό σημειώνονταν κάποιες σοβαρές αλλαγές και παρουσιάζοντας απτά αποτελέσματα.
Το βράδυ της 26ης Φεβρουαρίου, οι «γνωστοί άγνωστοι» προξένησαν εκτεταμένες ζημιές σε στάσεις λεωφορείων, καταστήματα και αυτοκίνητα μετά από πορεία στο κέντρο της Αθήνας. Για μια ακόμη φορά καταστράφηκε δημόσια και ιδιωτική περιουσία χωρίς κανένα λόγο. Το κέντρο της πόλης μεταμορφώθηκε σε κολαστήριο και η βία δήλωσε εκ νέου την παρουσία της. Η αστυνομία παρακολουθούσε και πάλι από απόσταση τις φθορές σε βάρος των Ελλήνων και Ευρωπαίων πολιτών χωρίς να παρεμβαίνει. Η περιουσία των ανθρώπων του μόχθου κατακαιγόταν και το κράτος, με το χαρακτηριστικό θράσος του Οθωμανού αγά, δεν επέδειξε διάθεση να την προστατέψει. Για κάποιον «μυστήριο» λόγο, ενώ σε κάθε άλλη ευρωπαϊκή χώρα αυτοί οι παρανοϊκοί εγκληματίες θα είχαν αποκαλυφθεί δημόσια και θα είχαν οδηγηθεί στη φυλακή, στη Ελλάδα μπορούν αμέριμνοι να καταστρέφουν την ιδιοκτησία των ανθρώπων του μόχθου, που αύριο ίσως δεν μπορούν να πάνε τα παιδιά τους στο σχολείο ή να φτάσουν στην εργασία τους γιατί κάποιοι -προετοιμάζοντας την επανάσταση- τους έκαψαν το αυτοκίνητο και το μαγαζί.
Δυστυχώς, οι ιθύνοντες γνωρίζουν καλά ποιοί κρύβονται πίσω από τις κουκούλες. Ο νέος Πρόεδρος της Δημοκρατίας επισφραγίζει με τον βίο και την πολιτεία τους τα καθέκαστα – επί των ημερών του, συμμορίες ληστών «άδειαζαν» τα καταστήματα του κέντρου και πωλούσαν τα κλοπιμαία στην υγειά του σοσιαλισμού. Η ανοχή σε αυτές τις πράξεις, μετά από δεκαετίες διαρκών λεηλασιών χωρίς τιμωρία, δεν συνιστά «ήπια πολιτική διαχείριση», συνιστά συνενοχή. Ο κύριος Σαμαράς, ως γενναίος Ιμπραήμ, είχε δεσμευτεί ότι θα τους αποκαλύψει – απέτυχε και σε αυτό. Ο κύριος Τσίπρας, λογικά, παίζει τον ρόλο του Ζαΐμη.