Αντίστροφα μετράει ο χρόνος προκειμένου να έχει τη δυνατότητα η Ελλάδα να εφοδιάζει πλοία με LNG ως καύσιμο. Την επισήμανση αυτή έκανε ο κ. Ιωσήφ Φλωρεντίν, διευθυντής εταιρικής ανάπτυξης της ΔΕΣΦΑ, μιλώντας στη «mini» στρογγυλή τράπεζα που πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο της «Ετήσιας Συνάντησης Ναυτικής Τεχνολογίας 2017» του Ελληνικού Ινστιτούτου Ναυτικής Τεχνολογίας (ΕΛΙΝΤ), στο οποίο χορηγός επικοινωνίας ήταν η «Ναυτεμπορική».
Ειδικότερα, αναφερόμενος στο κατά πόσο η Ελλάδα διαθέτει τις κατάλληλες υποδομές προκειμένου να εξυπηρετήσει τις υφιστάμενες και μελλοντικές ανάγκες σημείωσε: «Η πρώτη εγκατάσταση φόρτωσης που θα λειτουργήσει θα είναι στον σταθμό υποδοχής και αποθήκευσης υγροποιημένου φυσικού αερίου (ΥΦΑ – LNG) της Ρεβυθούσας. Αυτή τη στιγμή ο σταθμός της Ρεβυθούσας μπορεί να φορτώσει πλοία μεγαλύτερα των 20.000 m3» δήλωσε, ενώ προσέθεσε ότι «ως το τέλος του 2018 θα έχει προκηρυχθεί ο διαγωνισμός για την κατασκευή νέας προβλήτας 2 θέσεων που θα εξυπηρετεί αποκλειστικά τη φόρτωση πλοίων από 1.000 ως 20.000 m3, αλλά και για την προσθήκη νέου μικρού βραχίονα και πρόσθετης δέστρας ώστε να μπορεί να γίνεται φόρτωση μικρών πλοίων και από την υπάρχουσα προβλήτα. Το δεύτερο αυτό έργο αναμένεται να είναι έτοιμο στις αρχές του 2020.
Παράλληλα, στις αρχές του 2018 θα προκηρυχθεί ο διαγωνισμός για την κατασκευή του σταθμού πλήρωσης βυτιοφόρων με ΥΦΑ που αναμένεται να λειτουργήσει στο τελευταίο τρίμηνο του 2019. Έτσι, τα πρώτα πλοία που θα χρησιμοποιούν ΥΦΑ για την κίνησή τους θα μπορούν να ανεφοδιαστούν από βυτιοφόρα. Αντίστοιχα, στο μέλλον του LNG διεθνώς αλλά και στην Ελλάδα αναφέρθηκε η κ. Μαρία Φωτιάδου, διευθύντρια αναπτυξιακών δραστηριοτήτων της ΔΕΠΑ, η οποία επεσήμανε ότι η υφιστάμενη παραγωγή μπορεί να καλύψει τη ζήτηση της επόμενης δεκαετίας, εστιάζοντας στις τιμές, οι οποίες όπως τόνισε διαμορφώνονται από τους αγοραστές. «Το LNG ως καύσιμο σε πλοία θεωρούμε ότι είναι η καλύτερη επιλογή για αυτούς που προγραμματίζουν σε μακροχρόνια βάση» σημείωσε η κ. Φωτιάδου.
Ρυθμιστικό πλαίσιο
Στο διεθνές ρυθμιστικό πλαίσιο, το οποίο περιλαμβάνει κανονισμούς, πρότυπα ISO, Κώδικα IGF κ.ά. που διέπουν τον ανεφοδιασμό πλοίων με LNG, αναφέρθηκε η κ. Άννα Αποστολοπούλου, EU Projects Management & Coordination Leader για το Lloyd’s Register. Έδωσε ιδιαίτερη έμφαση σε καλές πρακτικές που εντοπίζονται σε άλλα κράτη, όπως οι κανονισμοί της Αμερικανικής Ακτοφυλακής ή το εγχειρίδιο διαδικασιών ανεφοδιασμού πλοίων με LNG του λιμανιού του Ελσίνκι. Σχολιάζοντας τις προσπάθειες δημιουργίας εθνικού πλαισίου στην Ελλάδα, έκανε ειδική μνεία στο πρόσφατο Εθνικό Πλαίσιο Πολιτικής Εναλλακτικών Καυσίμων καθώς και στη συμβολή του ευρωπαϊκού προγράμματος Poseidon Med II, εκπρόσωποι του οποίου συμμετέχουν στη νομοπαρασκευαστική επιτροπή για την έκδοση Προεδρικού Διατάγματος για τον ανεφοδιασμό των πλοίων με ΥΦΑ.
«Όταν πρόκειται για την ευρεία εφαρμογή μιας νέας τεχνολογίας, όπως είναι η υιοθέτηση του ΥΦΑ, είναι σημαντικό να υπάρχει στενή συνεργασία μεταξύ του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα, η οποία ενθαρρύνει ανταλλαγή γνώσεων και εμπειριών για τη δημιουργία ενός ρεαλιστικού και αποτελεσματικού ρυθμιστικού πλαισίου» υπογράμμισε η κα Αποστολοπούλου.
Από την πλευρά του ο δρ. Νικόλαος Λιάπης, επικεφαλής του Μarine LNG Νetwork (MLN), μέλος του Δ.Σ. της ΕΕΝΜΑ και συντονιστής της «mini» στρογγυλής τράπεζας του συνεδρίου ΕΛΙΝΤ, ανέφερε ότι η χρήση LNG για τη ναυτιλία μπορεί να μειώσει σημαντικά τις εκπομπές αερίων ρύπων, όπως: τις εκπομπές οξειδίων του αζώτου, του θείου, των αιωρούμενων σωματιδίων καθώς και τις εκπομπές των αερίων του θερμοκηπίου και ως εκ τούτου μπορεί να συμβάλλει σημαντικά στην αντιμετώπιση των σχετικών προκλήσεων.
To Πρωτόκολλο Συναντίληψης και Συνεργασίας για τη σύσταση του Δικτύου για το Ναυτιλιακό LNG (marine LNG network) έχει ως στόχο την ομαλή και ταχεία ένταξη του Υγροποιημένου Φυσικού Αερίου στο σύνολο των ναυτιλιακών καυσίμων, στο πλαίσιο της ενίσχυσης αειφόρων και περιβαλλοντικά φιλικών τεχνολογιών πρόωσης κατά τη θαλάσσια μεταφορά ανθρώπων και αγαθών. Ο στόχος αυτός, σημείωσε, θα επιτευχθεί μέσω της συνεργασίας και ειδικότερα της ενίσχυσης της επικοινωνίας μεταξύ των διαφόρων ναυτιλιακών και συναφών φορέων, καθώς και της δημιουργίας των προϋποθέσεων για την ανάληψη κοινών δράσεων και πρωτοβουλιών.