Η κατάσταση µε την πανδημία δεν πάει καλά σε ολόκληρη την Ευρώπη – πόσο μάλλον στην Ελλάδα, όπου οι εμβολιασμένοι είναι σε πολύ χαμηλότερο επίπεδο από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Η πρωτοφανής έξαρση του ιού με πάνω από 5.000 κρούσματα κάθε μέρα την τελευταία εβδομάδα δεν φαίνεται να κοπάζει, με τους νεκρούς να έχουν ξεπεράσει τις 16.100 – οι γιατροί ήδη προειδοποιούν για 1.000.000 κρούσματα το επόμενο τρίμηνο, που θα ‘χει ως αποτέλεσμα να δοκιμαστούν τα όρια του ΕΣΥ και των εξουθενωμένων γιατρών και νοσηλευτών του.
Του Νότη Παπαδόπουλου
Δυστυχώς, παρά τη ζοφερή πραγματικότητα και τους 1.100 νεκρούς σε ένα μήνα και τους σχεδόν 500 διασωληνωμένους, η κυβέρνηση παραμένει προσηλωμένη στο αφήγημα ότι η χώρα επιστρέφει στην κανονικότητα. Υποστηρίζει ότι η πανδημία αφορά τους ανεμβολίαστους και δηλώνει αποφασισμένη να μη προχωρήσει σε καμία περίπτωση σε νέο lockdown, που θα έχει αντίκτυπο στην οικονομία και στα δημοσιονομικά. Εφτασε, μάλιστα, την προηγούμενη εβδομάδα, για να μη δυσαρεστήσει κάποιους από τους παραδοσιακούς ψηφοφόρους της, να υποστηρίξει ότι ο εκκλησιασμός είναι μια ζωτική ανάγκη του ανθρώπου, όπως η τροφή και η νοσηλεία, και γι’ αυτό δεν απαιτείται να κάνουν rapid test όσοι θέλουν να πάνε στην εκκλησία!
Μια στάση φοβική απέναντι στην Εκκλησία, χωρίς καμία επιδημιολογική λογική, που δυστυχώς απέχει παρασάγγας από τη σκληρή προσπάθεια που έχει κάνει αυτή η κυβέρνηση τον τελευταίο ενάμιση χρόνο για τη συγκράτηση της πανδημίας.
Διότι κάθε λογικός άνθρωπος θεωρεί ότι οι πολίτες που πάνε στην εκκλησία θα έπρεπε να είναι σε πολύ υψηλή προτεραιότητα για να κάνουν rapid test. Πρώτον, διότι είναι κυρίως μεγαλύτερης ηλικίας, άρα ανήκουν στις ομάδες υψηλού κινδύνου ηλικίας 60+, που αν κολλήσουν τον ιό έχουν περισσότερες πιθανότητες να ταλαιπωρηθούν, να νοσηλευθούν ή και να χάσουν τη ζωή τους. Δεύτερον, διότι θα περνούσε ένα σαφές μήνυμα και προς τον κλήρο, μεγάλο μέρος του οποίου –κυρίως κατώτεροι ιερείς– είναι αρνητές του εμβολίου και κύριοι υπεύθυνοι για τη διστακτικότητα απέναντι στον εμβόλιο εκατοντάδων χιλιάδων απλών ανθρώπων που εκκλησιάζονται συστηματικά. Τρίτον, διότι η χώρα έχει αυτή τη στιγμή γύρω στους 550.000 ηλικιωμένους ανεμβολίαστους, που μέσα από τη διαδικασία αυτή ίσως να πείθονταν να κάνουν το εμβόλιο αντί να τρέχουν κάθε βδομάδα να κάνουν rapid test πριν εκκλησιαστούν.
Δυστυχώς, η ακατανόητη –από επιδημιολογικής άποψης– στάση της κυβέρνησης απέναντι στην Εκκλησία ενισχύει την πεποίθηση ότι οι κυβερνώντες βρίσκονται σε απόλυτη αδυναμία να αναλάβουν το πολιτικό κόστος και να πάρουν τολμηρές αποφάσεις, που να αντιμετωπίζουν με ριζικό τρόπο την πανδημία. Οπως μια απόφαση επέκτασης της υποχρεωτικότητας του εμβολιασμού, πλην των ιατρών και των νοσηλευτών, και σε άλλες κατηγορίες εργαζομένων, όπως π.χ. οι δημόσιοι υπάλληλοι –το έκαναν εδώ και μήνες η Ιταλία και οι ΗΠΑ– ή οι εργαζόμενοι στην εστίαση.
Επιπλέον γίνεται σαφές ότι όσο οι αντάρτες της Εκκλησίας (αλλά και κάθε είδους αντιεμβολιαστές) δεν αντιμετωπίζονται με σκληρό και παραδειγματικό τρόπο, τόσο η γενικότερη προσπάθεια για την επίτευξη της ανοσίας της αγέλης στην κοινότητα ναρκοθετείται. Είναι χαρακτηριστικό ότι παραμένουν ακόμη στο απυρόβλητο σε σχέση με τον νόμο διάφοροι αντιεμβολιαστές δικηγόροι και γιατροί, οι οποίοι εκμεταλλεύονται τις δεισιδαιμονίες και την άγνοια του κόσμου δημιουργώντας ένα ισχυρό κίνημα κατά των εμβολιασμών, το οποίο φέρνει σημαντικά έσοδα σε αυτούς και κάποιους άλλους επιτηδείους. Ομως, με αυτή την άτολμη στάση της η κυβέρνηση ρισκάρει να βάλει σε περιπέτειες τη χώρα αλλά και να πληγώσει σοβαρά την εικόνα της αποτελεσματικότητας που έχει με κόπο φιλοτεχνήσει, στην περίπτωση που η πανδημία ξεφύγει από τον έλεγχο.
Ο κ. Μητσοτάκης διαβεβαιώνει με κάθε ευκαιρία ότι δεν πρόκειται να κλείσει τη χώρα για τον κορωνοϊό. Και ελπίζει ότι μέχρι τα Χριστούγεννα θα έχουν εμβολιαστεί κάποιες εκατοντάδες χιλιάδες ακόμη πολίτες, που σε συνδυασμό με όσους θα νοσήσουν το ίδιο διάστημα θα δημιουργήσουν ένα επιπρόσθετο τείχος ανοσίας στη χώρα, το οποίο θα φρενάρει τη διασπορά του ιού. Αν, ωστόσο, αυτό το τείχος δεν ορθωθεί εγκαίρως, θα είναι εξαιρετικά δύσκολο να αποτραπεί η ολοκληρωτική πλήρωση των κλινών ΜΕΘ εφόσον συνεχιστεί τον επόμενο ενάμιση μήνα η σημερινή έκρηξη των κρουσμάτων. Κάτι τέτοιο θα οδηγούσε στην κατάρρευση του ΕΣΥ, ενώ θα προκαλούσε υποχρεωτικά νέο lockdown στη χώρα. Αλλιώς οι Ελληνες γιατροί θα βρεθούν στη θέση των συναδέλφων τους στην Ιταλία (τον Μάρτιο – Απρίλιο του 2020) να επιλέγουν εκείνοι ποιος θα διασωληνωθεί και ποιος όχι. Ποιος θα ζήσει και ποιος θα πεθάνει.
Πηγή: Kathimerini.gr