«Είμαστε ακόμη εδώ και ψηφίζουμε τον τελευταίο μνημονιακό Προϋπολογισμό», τόνισε στη Βουλή ο υπουργός Επικρατείας και κυβερνητικός εκπρόσωπος Δημήτρης Τζανακόπουλος, παρά τις περί του αντιθέτου προβλέψεις της αντιπολίτευσης.
Όπως τόνισε, τα καταστροφικά σενάρια αποτυχίας διακινήθηκαν πολλαπλώς και επανειλημμένως από την αντιπολίτευση, τους εκπρόσωπους της πολιτικής ελίτ, «που έχουν αποσυρθεί και πλέον παρεμβαίνουν δια τηλεοράσεως» και της παλιάς κρατικοδίαιτης και καλομαθημένης επιχειρηματικής ελίτ, διάφορους δημοσιογράφους και κάθε λογής εκπρόσωπους του παλιού πολιτικού συστήματος «που έφερε τη χώρα στο χείλος της καταστροφής».
«Είμαστε ακόμη εδώ και κάθε σχέδιο υπονόμευσης, παρένθεσης, κατάρρευσης έπεσε στο κενό, κάθε επιθυμία παλινόρθωσης και εκδικητικής επιστροφής που θα ισοδυναμούσε με δικαίωση των επιλογών που μας οδήγησαν στην τραγωδία της χρεοκοπίας αποδείχτηκε φρούδα», είπε ο κ. Τζανακόπουλος, ο οποίος προχωρώντας σε «αναδρομή» στο παρελθόν, θύμισε «τα όσα έχουν συμβεί και συνιστούν το πλέγμα της πολιτικής υπονόμευσης της κυβέρνησης και καταστροφολογίας».
«Παρόλα αυτά είμαστε σήμερα ακόμη εδώ. Για να προτείνουμε και να ψηφίσουμε άλλον ένα προϋπολογισμό. Τον τελευταίο μνημονιακό προϋπολογισμό. Και βαδίζουμε με σταθερότητα στην έξοδο από την επιτροπεία», συνέχισε, προαναγγέλλοντας επιτυχή ολοκλήρωση του προγράμματος τον Αύγουστο του 2018.
Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος καταλόγισε στην αξιωματική αντιπολίτευση αντιφατική ρητορική πολιτική, αφού -όπως είπε- αυτή εδράζεται στο επιχείρημα ότι δήθεν η χώρα ήταν έτοιμη να βγεί εκτός μνημονίων το 2014 και ότι ήταν η επιλογή της μετωπικής αντιπαράθεσης με τους δανειστές που οδήγησε στο τρίτο πρόγραμμα, «κάτι που δεν αντέχει στην λογική».
Κατά τον κ. Τζανακόπουλο, «η ρητορική περί success story και η πρόβλεψη ότι το πρόγραμμα ολοκληρώνεται με επιτυχία, βασίστηκε στην επιθυμία της τότε πολιτικής ηγεσίας η τρόικα να κάνει τα στραβά μάτια και να χαρίσει την ολοκλήρωση στον κ. Σαμαρά και τον κ. Βενιζέλο για να αποφύγει τον κίνδυνο της ανόδου του ΣΥΡΙΖΑ. Να κλείσει άρον άρον την πέμπτη αξιολόγηση χωρίς να καλύψει το δημοσιονομικό κενό και να του χαρίσουν μια πιστοληπτική γραμμή που υπήρχε μόνο στη φαντασία του και πουθενά αλλού καθώς κανείς δεν συζητούσε κάτι τέτοιο».
Όπως σημείωσε, είναι αυτή η ανεκπλήρωτη «φαντασίωση» που επιτρέπει σήμερα στον κ. Σαμαρά να ισχυρίζεται ότι τον έριξαν οι σύμμαχοί του. «Ε, λοιπόν όχι. Δεν τον έριξαν οι σύμμαχοι του, αλλά η καταστροφική συμμαχία που υπέγραψε και που με σθένος και φανατισμό υλοποίησε. Τον έριξε, και ευτυχώς, ο ελληνικός λαός», παρατήρησε.
Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος τόνισε πως πλέον ολοκληρώνεται με επιτυχία ένα δύσκολο πρόγραμμα προσαρμογής, που εμπεριέχει «πολλά στοιχεία πολιτικής, με τα οποία δεν θα συμφωνούσαμε ποτέ, αλλά επιβλήθηκαν υπό γνωστούς όρους και συνθήκες».
Ακόμη, είπε ότι ο βασικός δείκτης ο οποίος επιτρέπει τη βεβαιότητα για την επιτυχή ολοκλήρωση του προγράμματος είναι τα επιτόκια των ελληνικών ομολόγων. «Επομένως η έξοδος από το πρόγραμμα είναι μπροστά μας και ορατή». ανέφερε και επεσήμανε ότι αυτό ακριβώς το γεγονός είναι που καθιστά όψιμο το επόμενο επιχείρημα της αντιπολίτευσης ότι δεν υπάρχει έξοδος το 2018 «καθώς τα μνημόνια θα μείνουν μαζί μας μέχρι να σβήσει ο ήλιος ή εν πάση περιπτώσει μέχρι να πληρωθεί το 75% των δανείων που έχουμε λάβει από τον επίσημο τομέα». «Αυτό βέβαια δεν ίσχυε για κάποιο λόγο το 2014, αλλά ισχύει τώρα» είπε σκωπτικά και εξήγησε ότι σε καμία περίπτωση δεν μιλάμε πλέον για το ίδιο καθεστώς επιτήρησης, καθώς ο κίνδυνος χρεοκοπίας έχει παρέλθει.
«Προφανώς αυτό δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχει εποπτεία και παρακολούθηση. Δεν σημαίνει ότι μια κυβέρνηση μπορεί και πρέπει να κάνει ότι θέλει. Καταρχήν οι αγορές εκ των πραγμάτων επιβάλλουν συγκεκριμένες πειθαρχίες αλλά και οι μηχανισμοί εποπτείας της Ευρωζώνης συνεχίζουν να λειτουργούν. Σε καμία περίπτωση όμως δεν μιλάμε για το ίδιο καθεστώς επιτήρησης για το ίδιο καθεστώς επιτροπείας. Και σε αυτή την περίοδο που εγκαινιάζεται μετά το καλοκαίρι του 2018 οι διαφορές της πολιτικής και οι κοινωνικές διαχωριστικές γραμμές που ήδη είναι σαφείς θα αρχίσουν να εμφανίζονται με ακόμη μεγαλύτερη ενάργεια», διευκρίνισε ο κ. Τζανακόπουλος.