Γράφει ο Γιώργος Ευγενίδης
Ο Ζαν-Κλωντ Γιούνκερ που βρίσκεται από χθες στην Ελλάδα είναι χωρίς αμφιβολία ένας από τους λίγους και πιστούς φίλους που διαθέτει η χώρα μας στο ευρωπαϊκό στερέωμα, κάτι που έχει αποδείξει πολλάκις τα προηγούμενα χρόνια και σε καλύτερες και σε χειρότερες στιγμές. Η παρουσία του στην Αθήνα για τη Γενική Συνέλευση του ΣΕΒ θα μπορούσε να αντιμετωπιστεί ως ένα μεμονωμένο περιστατικό, δεν είναι όμως ακριβώς έτσι. Και αυτό, διότι ο κ. Γιούνκερ, καίτοι κεντροδεξιός ο ίδιος, επενδύει σε μια βασική αρχή: αυτή των πολιτικών ισορροπιών. Και εκτιμά πως, προς ώρας τουλάχιστον, αυτή τη δουλειά κάνει και με το παραπάνω ο Αλέξης Τσίπρας.
Είναι εύκολο να λέει κανείς πως οι ξένοι έχουν χάσει την εμπιστοσύνη τους στον Αλέξη Τσίπρα και πως, λίγο έως πολύ, τον έχουν βρει μπόσικο και του φορτώνουν μέτρα, για να μην ασχολούνται αυτοί πολύ αναλυτικά. Μόνο που δεν είναι ακριβώς έτσι. Η δεύτερη εκλογική νίκη του Αλέξη Τσίπρα τον Σεπτέμβριο του 2015 και πολύ περισσότερο το κλείσιμο της αξιολόγησης, έστω και όπως έγινε-και ας έμεινε μια ουρά για το τέλος του θέρους, αρχές του φθινοπώρου-σηματοδοτεί κάτι θεμελιώδες για τους Ευρωπαίους: οι αντιμνημονιακές παρόλες τελείωσαν και η κυβέρνηση αναδεικνύεται σε δεινό εφαρμοστή του Μνημονίου.
Είναι αλήθεια πως σε ορισμένα σημεία υπήρχαν και υπάρχουν διαφωνίες με τους Ευρωπαίους, ως προς το μείγμα της πολιτικής, αλλά θα πρέπει να αναγνωρίσουμε και πως πολλές φορές οι Ευρωπαίοι κάνουν γαργάρα τις διαφωνίες τους, στο βωμό της πολιτικής σκοπιμότητας και των πολιτικών ισορροπιών. Κάπως έτσι έγινε και στην περίπτωση της αξιολόγησης: οι λόγοι, για τους οποίους έπρεπε να κλείσει, υπερέβαιναν κατά πολύ αυτούς, με βάση τους οποίους δεν θα μπορούσε να κλείσει. Και, επειδή η πολιτική και οι πολιτικοί στο τέλος κάνουν παιχνίδι, η αξιολόγηση έκλεισε.
Πολλοί αναρωτιούνται «και τι έρχεται να μας πει ο Γιουνκερ»; Η αλήθεια είναι πως στα χέρια του έχει βρεθεί η Ευρώπη ίσως στην πιο κρίσιμη καμπή της κρίσης της. Η ελληνική υπόθεση, η έκρηξη του προσφυγικού, το Brexit είναι όλα ζητήματα που καλείται να διαχειριστεί η Κομισιόν του κ. Γιούνκερ. Άλλοτε με λιγότερη και άλλοτε με περισσότερη επιτυχία. Η αλήθεια είναι όμως ο πρόεδρος της Κομισιόν παραμένει προσηλωμένος στην ευρωπαϊκή ιδέα και σε ένα όραμα που σε ορισμένους μπορεί να φαντάζει παλιακό, για κάποιους άλλους όμως αποτελεί πυξίδα.
Σε αυτή την περίεργη για την Ευρώπη περίοδο, όμως, ο κ. Γιούνκερ επενδύει στην πολιτική σταθερότητα. Και η βασική διαπίστωση των ευρωπαϊκών κέντρων είναι πως στην Ελλάδα υπάρχει πολιτική σταθερότητα. Η δυνατότητα του κ. Τσίπρα να περνά σκληρά μέτρα και να μην ανοίγει μύτη του έχει δώσει παράταση ζωής και στην ευρωπαϊκή σκηνή. Αυτό δεν είναι άποψη, είναι ρεπορτάζ. Στην περίπτωση της Ελλάδας, οι Ευρωπαίοι ήθελαν να έχουν έναν πονοκέφαλο λιγότερο ενόψει του δημοψηφίσματος για το Brexit, επομένως και αφού παρασκηνιακά δόθηκαν όλες οι απαραίτητες εξασφαλίσεις, με κύρια έμφαση το ταμείο αποκρατικοποιήσεων, η εμπιστοσύνη τους παρατάθηκε.
Φυσικά, ο κ. Γιούνκερ δεν έχει υπογράψει συμβόλαιο αποκλειστικότητας με τον κ. Τσίπρα. Η παρουσία του όμως στην Αθήνα και ειδικά στην εκδήλωση του ΣΕΒ γίνεται, όπως λένε από τις Βρυξέλλες, για να δώσει ένα διττό μήνυμα: πως το Grexit δεν είναι στο προσκήνιο και πως η ελληνική οικονομία χρίζει επανεκκίνησης, με γνώμονα την πολιτική σταθερότητα και με έμφαση στις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις. Δεν είναι άλλωστε μυστικό πως στα ευρωπαϊκά κέντρα αποφάσεων βλέπουν καθαρό πολιτικό πεδίο για την κυβέρνηση για το 2016 και μέχρι τότε ελπίζουν πως θα έχουν παρέλθει και ο εφιάλτης της αποχώρησης της Βρετανίας από την ΕΕ, αλλά και πως δεν θα έχει επέλθει αποσταθεροποίηση στην Ισπανία, όπου στις 26 του μήνα διεξάγονται εκλογές.
Και έτσι, αφού με τον Γιούνκερ έχουμε περάσει μαζί όλα τα χρόνια της κρίσης, η επιστροφή του στην Αθήνα μου θυμίζει εκείνο το παλιό τραγούδι. «Ένας φίλος ήρθε απόψε απ’ τα παλιά, φορτωμένος με χιλιάδες αναμνήσεις». Μόνο που δεν είναι φορτωμένος μόνο με αναμνήσεις και επίσης, αν θέλουμε να υπάρξει μια ομαλότητα, καλό είναι τους παλιούς και στενούς μας φίλους να τους προσέχουμε. Άλλωστε, δεν έχουμε και πολλούς.