Εδώ και δεκαετίες, το να είσαι Δήμαρχος, Νομάρχης ή τοπικός βουλευτής σήμαινε πρωτίστως ένα πράγμα. Αγώνας μέχρις εσχάτων για να ανοίξει μια πανεπιστημιακή Σχολή ή έστω ένα ΤΕΙ, στην πόλη σου. Όσοι το πέτυχαν–και δυστυχώς δεν ήταν λίγοι–τουλάχιστον για μια τετραετία δοξάστηκαν.
Η σημασία του «επιτεύγματος» δεν είχε διόλου να κάνει με ευγενή κίνητρα πνευματικής καλλιέργειας της ελληνικής περιφέρειας, αλλά με το ωμό οικονομικό συμφέρον. Φοιτητές στην πόλη σήμαινε ενοίκια, καφετέριες, μπαρ, εστιατόρια, πιτσαρίες, καντίνες, περίπτερα, βιβλιοπωλεία, «φωτοτυπάδικα», κοκ. Ό,τι δηλαδή αποτέλεσε τη ραχοκοκαλιά της «περιφερειακής ανάπτυξης» όλα αυτά τα χρόνια και στηριζόταν στο τρίπτυχο: «Εύκολα, γρήγορα και “μαύρα”…».
Για αυτό και η «συνταγή της επιτυχίας» εφαρμόστηκε διακομματικά και με ασυνήθιστη συνέπεια λόγων και έργων, προκειμένου Πανεπιστήμια και ΤΕΙ, σχολές, τμήματα και παραρτήματα να φυτρώνουν κυριολεκτικά σαν μανιτάρια από τη Θράκη μέχρι την Κρήτη και από την Κέρκυρα μέχρι τη Ρόδο. Λεφτά, υπήρχαν! Τα προγράμματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ήταν διαθέσιμα για «ξεκοκάλισμα» από εργολάβους μέχρι πανεπιστημιακούς!
Φτιάχτηκε έτσι η απόλυτη «φούσκα» τοπικής ανάπτυξης, με «αέρα» οικοδομής και κατανάλωσης. Βεβαίως, με αυτή τη «φούσκα» ανέβηκαν αρκετών πολιτικών οι «μετοχές» στο πολιτικό «χρηματιστήριο» του συστήματος. Κι επειδή η «ζήτηση» ήταν μεγάλη, εξαντλήθηκε κάθε φαντασία στην επινόηση σχολών και τμημάτων εντελώς άχρηστων. Αύξανε όμως χρόνο με το χρόνο ο αριθμός των εισακτέων που συνιστούσε άλλη μια «λαμπρή επιτυχία» του πολιτικού συστήματος, καθώς ο κάθε «κανακάρης» θα σπούδαζε….Μυκητοκαλλιέργειες και κάθε «μονάκριβη κορούλα» θα εξειδικευόταν σε κρίσιμα επιστημονικά πεδία, όπως η ανθρωπολογική προσέγγιση του…χορού της βροχής!
Τελικά, ήρθε ο κατακλυσμός της κρίσης. Και μπορεί σε πρώτο πλάνο να είναι τα οικονομικά υπουργεία, ωστόσο μη γελιόμαστε, η αναπτυξιακή ανασυγκρότηση της χώρας προϋποθέτει κι έναν νέο χάρτη της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Να τελειώνουμε με τις ακρότητες και τις γελοιότητες μιας κατ’ ευφημισμόν «περιφερειακής ανάπτυξης» και τις αλλοπρόσαλλες επιλογές μιας εξίσου απαράδεκτης εκπαιδευτικής πολιτικής για την τριτοβάθμια εκπαίδευση.
Από αυτή την άποψη, ο Υπουργός Παιδείας και Πολιτισμού Κωνσταντίνος Αρβανιτόπουλος έχει μπροστά του την ευκαιρία να γράψει πραγματικά ιστορία στην εκπαιδευτική πολιτική της χώρας. Το σχέδιο «Αθηνά», που αφορά τις συγχωνεύσεις και καταργήσεις ΑΕΙ, είναι μια ευκαιρία να μπουν τα πράγματα στη θέση τους. Πεντακόσια πανεπιστήμια και ΤΕΙ είναι πάρα πολλά για μια χώρα σαν την Ελλάδα, όταν μάλιστα πάρα πολλά από αυτά δεν έχουν να παίξουν απολύτως κανένα ρόλο στην ικανοποίηση αναπτυξιακών αναγκών της χώρας για τις επόμενες δεκαετίες. Τα μισά από αυτά θα έφταναν και θα περίσσευαν.
Ο Αρβανιτόπουλος φαίνεται πως έχει δουλέψει μεθοδικά και αθόρυβα, έχοντας άριστη γνώση του ακαδημαϊκού περιβάλλοντος κι έχοντας κλείσει τα αυτιά του στις σειρήνες του μικροκομματισμού και της τοπικιστικής δημαγωγίας που πιέζουν ως την τελευταία στιγμή για εξαιρέσεις και προνόμια.
Είναι επίσης εξαιρετικά σημαντικό το γεγονός πως έχει ευρύτερη στήριξη σε αυτή την προσπάθεια. Το άρθρο της πρώην Υφυπουργού Παιδείας και Κοινοβουλευτικής Εκπροσώπου του ΠΑΣΟΚ Εύης Χριστοφιλοπούλου στην «Ημερησία του Σαββάτου» είναι εξαιρετικά εύστοχο στις επισημάνσεις του, καταλήγοντας πως «Το πολιτικό σύστημα καλείται να διαλέξει μεταξύ μιας σοβαρής μελετημένης μεταρρύθμισης με διακριτές φάσεις, χρονοδιαγράμματα και στόχους, ή ενός εμβαλωματικού εγχειρήματος οριακών βελτιώσεων με λιγότερο πολιτικό κόστος αλλά χωρίς αναπτυξιακή δυναμική. Οι καιροί και οι ανάγκες της κοινωνίας και της χώρας απαιτούν το πρώτο και οφείλουμε με ευθύνη να συμπράξουμε και να ενώσουμε δυνάμεις προς την κατεύθυνση αυτή.».
Εξίσου θετικοί είναι και οι προβληματισμοί στη ΔΗΜΑΡ καθώς τα στελέχη της αναγνωρίζουν πως η διασπορά σχολών και η αθρόα ίδρυση πανεπιστημίων σχετίζεται με το πελατειακό σύστημα και την ικανοποίηση ρουσφετολογικών πιέσεων. Βρήκα εξαιρετικά ενδιαφέρον το άρθρο του Ευθύνη Δημόπουλου «Ρητορικά ερωτήματα για το σχέδιο Αθηνά» στο “Μη Μαδάς τη Μαργαρίτα” όπου μεταξύ άλλων επισημαίνεται: «Αναγνωρίζουμε ή όχι πως αυτός ο γιγαντισμός έχει συμμετοχή στην επικράτηση του αντιπαραγωγικού-υπερκαταναλωτικού μοντέλου και της σπατάλης δημόσιων πόρων που μας οδήγησε στη χρεοκοπία;
Έχει ευθύνη για την υπερπαραγωγή επιστημόνων και τον πληθωρισμό πτυχίων που δεν είναι άμοιρα για τα δραματικά ποσοστά ανεργίας στη χώρα. Πως έχει ευθύνη για τον επαγγελματικό αποπροσανατολισμό της ελληνικής οικογένειας και για τη δημιουργία ψεύτικων ελπίδων στους νέους.». Και ο συντάκτης του άρθρου προσθέτει: «Φοβάμαι πως οι πανεπιστημιακοί αν και αναγνωρίζουν πολλές από αυτές τις ευθύνες δεν πρόκειται να καταλήξουν και να προτείνουν ένα σχέδιο αναδιάρθρωσης. Οι συντεχνίες που επικρατούν στο χώρο δεν πρόκειται να εκχωρήσουν τα προνόμιά τους. Δεν είναι ικανές ούτε για αυτοκάθαρση ούτε για αυτοπεριορισμό».
Το «Σχέδιο Αθηνά» μπορεί να ξαναφέρει τη χαμένη σοφία στην ελληνική τριτοβάθμια εκπαίδευση, δίνοντας ίσως το πρώτο χειροπιαστό αποτέλεσμα από τις μεταρρυθμιστικές πολιτικές αυτής της κυβέρνησης. Αρκεί, όλοι όσοι πιστεύουν πως η κατάσταση δεν πάει άλλο έτσι, να μη μείνουν μόνον στα λόγια αλλά να βάλουν κι ένα χεράκι…Συν Αθηνά και χείρα κίνει!
ΥΓ: Υπάρχει πάντα μια κυβερνητική ανασφάλεια, όταν υπάρχουν ανοιχτά μέτωπα στην οικονομία να μην αγγίζονται τα πανεπιστήμια. Η προσέγγιση είναι πέρα για πέρα λάθος. Ίσα–ίσα, σε μια στιγμή που ο ΣΥΡΙΖΑ επιχειρεί να κάνει «στροφή» στους νοικοκυραίους, θα έρθει σε εξαιρετικά δύσκολη θέση υποστηρίζοντας τον παραλογισμό και την αυθαιρεσία του «κάθε πόλη και σχολή, κάθε χωριό και τμήμα» για να τα λυμαίνονται οι τοπικές «μαφίες». Αφήστε λοιπόν τον Αρβανιτόπουλο να κάνει τη δουλειά του.