Γράφει ο Ηλίας Κάτρης*
Στην Ελλάδα υπάρχει πολύ συχνά η τάση της καταστροφολογίας και της κινδυνολογίας. Κάθε κίνηση που γίνεται –ιδιαίτερα σε επιχειρηματικούς και τραπεζικούς κύκλους- τίθεται υπό αμφισβήτηση και πολλές φορές στα ΜΜΕ κυριαρχούν βαρύγδουπες λέξεις όπως «σκάνδαλο» και «σοκ». Πώς όμως μπορούμε να ονομάσουμε την 3η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ; Αυτό θα μπορούν να μας το απαντήσουν ίσως ο κύριος Τσίπρας, ο κύριος Βαρουφάκης και ο κύριος Τσακαλώτος. Ίσως το παρόν κείμενο να αποτελέσει και κίνητρο για «εξομολογήσεις» από τον κύριο Πρωθυπουργό τη στιγμή που στη Βουλή συζητά για την διαφθορά και τη διαπλοκή.
Ας δούμε όμως τα πράγματα από την αρχή προκειμένου να καταλάβουμε πόσο εφιαλτική ήταν η ζημιά που έκανε ο πρώτος χρόνος περήφανης διαπραγμάτευσης στο τραπεζικό σύστημα.
Όταν μία τράπεζα «ξεμένει» από κεφάλαια λόγω ζημιών και λόγω χαμηλών καταθέσεων χρειάζεται Αύξηση Μετοχικού Κεφαλαίου (ΑΜΚ), να προβεί δηλαδή στην έκδοση νέων μετοχών προκειμένου ιδιώτες επενδυτές να τις αγοράσουν και να εισρεύσουν χρήματα στο τραπεζικό ίδρυμα. Επενδυτές μπορούν να είναι ιδιώτες, Έλληνες και ξένοι, αλλά και το ίδιο το ελληνικό κράτος (εκπροσωπούμενο από το ΤΧΣ).
Στην αρχή της κρίσης η ληστρική φοροεπιδρομή, η αύξηση της αβεβαιότητας αλλά και η ζημιά που βίωσαν οι τράπεζες λόγω του οικονομικού κλίματος οδήγησαν στην πρώτη ανεκεφαλαιοποίηση (άνοιξη 2013). Οι συνολικές κεφαλαιακές ανάγκες των τραπεζών μέχρι το τέλος του 2014, εκτιμήθηκαν σε 40,5 δισ. ευρώ (έκθεση black rock-TτΕ). Την άνοιξη του 2013 το κράτος παρέσχε κεφάλαια ύψους 25,5 δισ. ευρώ. Επίσης, έδωσε 14,7 δισ. στις μικρότερες τράπεζες (proton bank, ΑΤΕ κλπ) που έπειτα πωλήθηκαν στις 4 συστημικές (Πειραιώς, ΕΤΕ, Alpha bank, Eurobank).
Η 2η ανακεφαλαιοποίηση έγινε την άνοιξη του 2014, χωρίς την συμμετοχή του δημοσίου. Το σύνολο των αυξήσεων κεφαλαίου ήταν 8,3 δισ. ευρώ για τις 4 συστημικές τράπεζες. Τον Οκτώβριο 2014 ανακοινώθηκαν τα αποτελέσματα των λεγόμενων «τεστ αντοχής» των 4 τραπεζών (stress tests) και όλων των συστημικών ευρωπαϊκών τραπεζών που έγιναν από την ΕΚΤ. Οι 4 ελληνικές πέρασαν “επιτυχώς”.
Μα αν οι τράπεζες στο τέλος του 2014 ήταν πλήρως κεφαλαιοποιημένες, τότε τι οδήγησε στην τρίτη ανακεφαλαιοποίηση του φθινοπώρου 2015; Τί μεσολάβησε; Η απάντηση προφανής για τους αναγνώστες. Οι εκλογές του Ιανουαρίου και η επικράτηση του Αλέξη Τσίπρα. Η κυβέρνηση επί 7 μήνες διαπραγματευόταν περήφανα, δεν έκανε τίποτα από αυτά που εξήγγειλε, οδήγησε τη χώρα στο τρίτο μνημόνιο και με αποκορύφωμα το διχαστικό δημοψήφισμα του Ιουλίου έκλεισε τις τράπεζες, επέβαλλε περιορισμούς κεφαλαίων, με ερασιτεχνισμούς οδήγησε πολλούς καταθέτες να αποσύρουν δισεκατομμύρια καταθέσεων και άφησε το τραπεζικό σύστημα μέσα στην αβεβαιότητα, κεφαλαιακά ακάλυπτο και διασυρμένο (η συγκεκριμένη λέξη είναι πολύ προσεκτικά επιλεγμένη). Αναμενόμενο ήταν ότι οι τράπεζες θα χρειάζονταν νέα κεφάλαια για να κεφαλαιοποιηθούν και να αποφύγουν τη χρεοκοπία, το κούρεμα καταθέσεων και να μπορούν να ψάξουν έτσι ένα δρόμο προς την κανονικότητα.
Οι κύριοι Τσίπρας, Βαρουφάκης και Τσακαλώτος είναι όμως υπόλογοι μόνο για τις νέες κεφαλαιακές ανάγκες των τραπεζών; Όχι, αυτό είναι μόνο ένα από τα σκανδαλώδη των ημερών τους. Η ουσία της φρικτής διαχείρισης και του ερασιτεχνισμού φαίνεται στους όρους που έγινε η ανακεφαλαιοποίηση.
Το τρίτο μνημόνιο των 86 δισ. ευρώ προόριζε ποσό 25 δισ. ευρώ για την τρίτη ανακεφαλαιοποίηση. Τελικά, οι ανάγκες των τραπεζών διαμορφώθηκαν στα 14,4 δισ. ευρώ. Από αυτά, 5,4 δισ. έβαλε το δημόσιο, μέσω ιδιωτικών κεφαλαίων καλύφθηκαν τα 5,3 δισ., ενώ από πρόσθετα εσωτερικά μέτρα (τα λεγόμενα LMEs) καλύφθηκαν 3.7 δισ. Το ζήτημα δεν είναι τα περαιτέρω 5,4 δισ. δημοσίου χρέους. Το μεγάλο πρόβλημα και σκανδαλώδες της τρίτης ανακεφαλαιοποίησης είναι κάποιοι συγκεκριμένοι όροι:
1) Η αποτίμηση των τραπεζών. Το καλοκαίρι οι τράπεζες άξιζαν χρηματιστηριακά 34 δισ. ευρώ. Στο κράτος ανήκαν τα 20 δισ. ευρώ. Τον Νοέμβριο του 2015 η αξία των τραπεζών έπεσε σε μόλις 746,9 εκατ. ευρώ! Η αξία των μετοχών του κράτους από τις προηγούμενες ανακεφαλαιοποιήσεις ήταν κοντά στο μηδέν.
2) Τα 40 δισ. χρέους που θα πληρώσουν οι Έλληνες. Μην ξεχνάμε ότι τα 40 δισ. ευρώ των πρώτων ΑΜΚ ήταν μετοχές. Αν η Ελλάδα επέστρεφε στην ανάπτυξη όπως προβλεπόταν, το Δημόσιο θα πουλούσε τα 40 δισ. αξία μετοχών σε ιδιώτες επενδυτές σε μεγαλύτερη τιμή (λόγω βελτίωσης του κλίματος και ανάπτυξης). Συνεπώς, το ελληνικό δημόσιο χρέος θα μπορούσε άμεσα να μειωθεί κατά τουλάχιστον 40 δισ. Πλέον αυτά τα χρήματα δεν υπάρχουν πουθενά και αξίζουν μόλις μερικά εκατομμύρια, τα 40 δισ. Θα αποπληρωθούν συνεπώς από φόρους, ΕΝΦΙΑ, εισφορές και περικοπές.
3) Το reverse split. Στο τέλος του Οκτωβρίου 2015 οι τιμές των μετοχών των τραπεζών ήταν εξευτελιστικά χαμηλές. (Eurobank 0,031€ ανά μετοχή, Εθνική 0,678€, Πειραιώς, 0,093€, και Alpha 0,115€). Για να μην πουληθούν σε τέτοιες τιμές οι μετοχές, η κυβέρνηση προχώρησε στο reverse split, πακέταρε δηλαδή πολλές μετοχές και τις έκανε μια. Πχ στην Πειραιώς το reverse split ήταν 1:100 δηλαδή πακέταραν 100 μετοχές των 0.003€ σε 1 των 0.30€. Τέτοιες πρακτικές διαχρονικά οδηγούν σε περαιτέρω μείωση των τιμών. Έτσι, τον Νοέμβρη του 2015 οι τιμές των τραπεζικών μετοχών συνέχισαν να κατρακυλούν.
4) Οι τιμές των μετοχών μηδενίστηκαν. Στις 7.10.2016, περίπου ένα χρόνο μετά την ανακεφαλαιοποίηση, οι τιμές των μετοχών είναι οι εξής:
Eurobank 0,529€ ανά μετοχή, Εθνική 0,19€, Πειραιώς 0,142 € και Alpha 1,59€
Ενώ στις 7.10.2014, δύο χρόνια πριν –μετά reverse split-, οι τιμές διαμορφώνονταν σε
Eurobank 29€ ανά μετοχή, Εθνική 32,85€, Πειραιώς 120€ και Alpha 29,75€
5) Οι Έλληνες επενδυτές αποκλείστηκαν κατά την ΑΜΚ. Κατά την ανακεφαλαιοποίηση όσοι Έλληνες θα ήθελαν να αγοράσουν νέες μετοχές αποκλείστηκαν (με εξαίρεση στην ΕΤΕ). Δικαιολογία για αυτό ήταν το σύντομο της διαδικασίας και ότι οι διαδικασίες έγιναν σε περίοδο αβεβαιότητας του ελληνικού τραπεζικού συστήματος. (Αλήθεια ποιος καθυστέρησε να φέρει το νομοσχέδιο για την ανακεφαλαιοποίηση στη βουλή;)
Οι αριθμοί μιλούν από μόνοι τους. Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ με τις πρακτικές της και τον τυχοδιωκτισμό εξευτέλισε τις τραπεζικές μετοχές και πλέον κανένας εγχώριος ή ξένος επενδυτής δεν θέλει να τοποθετηθεί σε αυτές (πέρα ελαχίστων ριψοκίνδυνων εξαιρέσεων, που επενδύουν για βραχυπρόθεσμο κερδοσκοπικό παιχνίδι και όχι για μακροπρόθεσμη επένδυση). Μου κάνει αλήθεια εντύπωση ότι για το συγκεκριμένο άθλιο χειρισμό που έδωσε τις μετοχές των τραπεζών σε τιμή… τσίχλας στα ξένα funds δεν γίνεται συζήτηση και πέφτει κάτω από το χαλί! Για αθλιότητες που κόστισαν πάνω από 40 δισ. στους Έλληνες φορολογούμενους δεν θα έπρεπε να στηθεί έστω κάποια εξεταστική επιτροπή και να αναζητηθούν ευθύνες ορισμένων;
Η ελληνική κυβέρνηση μετά από πολλούς καταστροφικούς μήνες διακυβέρνησης ούτε σήμερα φαίνεται να κάνει κάτι για να σταματήσει το μηδενισμό του τραπεζικού συστήματος. Αντί να παρεμβαίνει στις διοικήσεις των τραπεζών, μπορεί να βρει κάποια λύση για τα κόκκινα δάνεια, να θεσμοθετήσει κίνητρα για την επιστροφή καταθέσεων, να προωθήσει την αποκατάστασης της σταθερότητας και έτσι έμμεσα να βοηθήσει στην άρση των capital controls. Επειδή είναι αμφίβολο αν θα κάνει όλα τα παραπάνω, μπορεί βέβαια πάντα να αποδεχτεί τα λάθη της και να αποχωρήσει, δεν θα μας λείψει μάλλον καθόλου.
*Ο Ηλίας Κάτρης είναι υπεύθυνος συντονισμού των επιστημονικών συνεργατών του Ινστιτούτου πολιτικών και οικονομικών μελετών «Κέντρο Αστικής Μεταρρύθμισης» στην περιφέρεια Αττικής και απόφοιτος οικονομικών και διοίκησης επιχειρήσεων.