Στους βασικούς παράγοντες που επέδρασαν στην διαμόρφωση του ΑΕΠ στο τέταρτο τρίμηνο του 2023 και τις μεταβολές του σε σχέση με τις προηγούμενες περιόδους αναφέρεται σε σχόλιό του ο Group Chief Economist, Deputy General Manager της Eurobank, Τάσος Αναστασάτος. Όπως σημειώνει χαρακτηριστικά:
«Σύμφωνα με τη σημερινή ανακοίνωση της ΕΛ.ΣΤΑΤ., με βάση τα διαθέσιμα εποχικά διορθωμένα στοιχεία, το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν (ΑΕΠ) σε πραγματικές τιμές, κατά το 4ο τρίμηνο 2023 παρουσίασε αύξηση κατά 0,2%, σε τριμηνιαία βάση και κατά 1,2% σε ετήσια βάση. Ως αποτέλεσμα, η ανάπτυξη για το σύνολο του 2023 ανήλθε σε 2,0%. Η τιμή αυτή συμπίπτει ακριβώς με την πρόβλεψη που εξ αρχής είχαμε δώσει. Ο προϋπολογισμός του 2024 εκτιμούσε την ανάπτυξη του 2023 στο 2,4%.
Ακολούθως, το ΑΕΠ το 2023 σε τρέχουσες τιμές ανήλθε σε 220,3 δισ. ευρώ έναντι 206,6 δισ. ευρώ το 2022. Το ΑΕΠ σε σταθερές τιμές (194,5 δις) έφτασε το επίπεδό του το 2011. Οι ρυθμοί μεταβολής των προηγούμενων τριών τριμήνων του έτους αναθεωρήθηκαν οριακά. Η ανάπτυξη συνοδεύτηκε από μείωση του μέσου ετήσιου ποσοστού της ανεργίας στο 11,1% του εργατικού δυναμικού, από 12,4% το 2022.
Όσον αφορά τους ρυθμούς μεταβολής για το σύνολο του έτους, παρουσιάζουν μία εικόνα επιβράδυνσης της οικονομίας κατά τη διάρκεια του έτους, εν μέρει και ως αποτέλεσμα του δυσμενούς εξωτερικού περιβάλλοντος αλλά και για εγχώριους λόγους. Πάρα ταύτα, η οικονομία συνεχίζει να υπεραποδίδει έναντι του μέσου όρου της Ευρωζώνης, η οποία κατά το 2023 αναπτύχθηκε με μόλις 0,5%. Όμως, η ανάπτυξη σε μεγάλο βαθμό προήλθε από την συνεχιζόμενη αύξηση της ιδιωτικής κατανάλωσης (+1,8%), συνεισφέροντας την 1,3 ποσοστιαία μονάδα από τις 2π.μ. της συνολικής ανάπτυξης, κι επικουρικά της δημόσιας κατανάλωσης (+1,7%). Οι επενδύσεις σε πάγια, που αποτελούν σημαντικό ζητούμενο για τον μετασχηματισμό του μοντέλου ανάπτυξης, σημείωσαν ήπια αύξηση κατά 4% (0,6 π.μ. συνεισφορά στην ανάπτυξη), παρά την έναρξη υλοποίησης των επενδυτικών σχεδίων του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας – ΤΑΑ (κι εν μέρει λόγω της καθυστέρησης στην υλοποίηση κάποιων εξ αυτών), ενώ ο συνολικός σχηματισμός κεφαλαίου μειώθηκε κατά -0,5% λόγω μείωσης των αποθεμάτων. Έτι περαιτέρω, όσον αφορά τη σύνθεση των επενδύσεων, η αύξηση προήλθε από τις κατοικίες (+20,7% YoY σε σταθερές τιμές) και δευτερευόντως τις άλλες κατασκευές (+10% YoY), ενώ τα σημαντικά για την μακροχρόνια ανάπτυξη τμήματα του μηχανολογικού και μεταφορικού εξοπλισμού, καθώς και του εξοπλισμού Τεχνολογίας, Πληροφορικής κι Επικοινωνίας, υποχωρούν κατά -3% και -12% αντιστοίχως. Για μία τάξη μεγέθους των επιπέδων της επένδυσης, με την αύξηση του 2023, ο σχηματισμός παγίου κεφαλαίου σε σταθερές τιμές ξεπέρασε το 2011 ενώ ως ποσοστό του ΑΕΠ διαμορφώθηκε στο 14,3% έναντι 21,3% μέσου όρου στην Ευρωζώνη.
Όσον αφορά τον εξωτερικό τομέα, σε ετήσια βάση η συνεισφορά του κατέγραψε ήπια βελτίωση (0,5 π.μ.), καθώς οι εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών αυξήθηκαν κατά +3,7% YoY, ενώ οι εισαγωγές κατά +2,1. Η ανθεκτικότητα των εξαγωγών σε περιβάλλον διεθνούς στασιμότητας είναι σημαντική, ωστόσο από τα στοιχεία της ΤτΕ προκύπτει ότι η αύξηση προέρχεται από τις υπηρεσίες και δη τον τουρισμό (+15,7% YoY σε τρέχουσες τιμές), ενώ οι εξαγωγές αγαθών πλην καυσίμων και πλοίων υποχωρούν (-3% YoY σε τρέχουσες τιμές). Αξιοσημείωτη είναι και η συνεχιζόμενη αύξηση των εισαγωγών σε όρους όγκου (+2,1%), ενώ σε τρέχουσες τιμές κατέγραψαν μείωση -9,8% λόγω της υποχώρησης των τιμών των καυσίμων και άλλων πρώτων υλών. Το μίγμα της ανάπτυξης έχει την αντανάκλασή του και στην μείωση της ανεργίας, που συνεχίζεται μεν, αλλά με επιβραδυνόμενο ρυθμό. Η ολοκλήρωση της κυκλικής ανάκαμψης αφήνει τον «πυρήνα» της ανεργίας στον οποίον υφίστανται δομικές αναντιστοιχίες μεταξύ και προσφοράς και ζήτησης εργασίας που δεν κάμπτονται εύκολα, καθόσον η οικονομία δεν έχει ακόμα το τεχνολογικό βάθος να δημιουργεί το είδος των θέσεων εργασίας που είναι επιθυμητές από μέρος του εργατικού δυναμικού.
Υπό το πρίσμα της παραγωγής, η αύξηση της εγχώριας οικονομικής δραστηριότητας το 2023 προήλθε από τις υπηρεσίες (τουρισμός και επιχειρηματικές υπηρεσίες) και τις κατασκευές, ενώ ο τομέας της γεωργίας-δασοκομίας-αλιείας είχε αρνητική συνεισφορά (μεγάλη συρρίκνωση σε όρους ακαθάριστης προστιθέμενης αξίας το δ’ τρίμηνο 2023, -13,9% QoQ, λόγω των επιπτώσεων της κακοκαιρίας Daniel).
Όσον αφορά τα στοιχεία του 4ο τρίμηνου, επαναλαμβάνουν την εικόνα η ανάπτυξη να προέρχεται σε μεγάλο βαθμό από την ιδιωτική κατανάλωση, η οποία αυξήθηκε κατά 1,8% σε ετήσια βάση (1,4% σε τριμηνιαία βάση), κι επικουρικά από την δημόσια κατανάλωση (+2,7% YoY, +2,2% QoQ). Αντιθέτως, οι επενδύσεις σε πάγια, μειώθηκαν (-5,7% YoY, -2,6% QoQ) για πρώτη φορά από το 4ο τρίμηνο του 2020, και εν γένει τελούν σε υποχώρηση τα τελευταία τέσσερα τρίμηνα (-0,5% το Q1, -0.6% το Q2, -2,1% το Q3 και -2,6% το Q4). Όσον αφορά τον εξωτερικό τομέα, σε ετήσια βάση η συνεισφορά του κατέγραψε ήπια βελτίωση (εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών +2,1% YoY, εισαγωγές αμετάβλητες). Ωστόσο, σε τριμηνιαία βάση, ενώ οι εξαγωγές κινούνται με μόλις +0,4%, εξαιτίας και του δυσχερούς εξωτερικού περιβάλλοντος, οι εισαγωγές συνεχίζουν να αυξάνονται με +1,9%, ως αποτέλεσμα της ανόδου της κατανάλωσης σε μεγάλο βαθμό (καθόσον οι επενδύσεις πέφτουν).
Εν γένει, η συνέχιση της οικονομικής στασιμότητας στην Ευρωζώνη προϊδεάζει για αδύναμη εξωτερική ζήτηση και το 2024, ενώ και η περιοριστική νομισματική πολιτική ασκεί συσταλτικές πιέσεις στην οικονομία. Εάν, επιπροσθέτως, θεωρηθεί ότι και η ιδιωτική κατανάλωση θα επιβραδυνθεί λόγω της επίπτωσης του πληθωρισμού στα διαθέσιμα εισοδήματα, αναδεικνύεται η ανάγκη επιτάχυνσης της εκτέλεσης των επενδυτικών έργων και των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων που σχετίζονται με το ΤΑΑ ώστε να συνεχιστεί η υπεραπόδοση της ελληνικής οικονομίας και κατά το τρέχον έτος αλλά και να υποστηριχθεί ο μετασχηματισμός του μακροχρόνιου υποδείγματος ανάπτυξης στην κατεύθυνση εισαγωγής περισσότερης γνώσης κι εξωστρέφειας στην παραγωγή».
Πηγή businessdaily.gr