Γράφει ο Γιάννης Νάκος
Τις τελευταίες ημέρες είχα την τύχη να ταξιδέψω από την μια άκρη της Ελλάδας την Κομοτηνή στην άλλη την Αθήνα. Αυτό που έκανε ιδιαίτερη εντύπωση ήταν από την μια η οργάνωση ενός μικρού γεωγραφικού διαμερίσματος όπως αυτό της Ροδόπης στο φλέγον ζήτημα της αποκομιδής σκουπιδιών, και από την άλλη η χαοτική κατάσταση στην πρωτεύουσα Αθήνα και κατ’επέκταση και στην Θεσσαλονίκη.
Το θέμα με τα σκουπίδια έχει παραγίνει και δυστυχώς η όλη κατάσταση συμβαίνει μέσα στην αιχμή της τουριστικής κίνησης σε μια περίοδο όπου η χώρα μας έχει ανάγκη για ‘’ζεστό τουριστικό χρήμα’’.
Αυτό που βίωσα δεν θα μπορούσα να πω πως μου ήταν άγνωστη κατάσταση καθώς και κατά το παρελθόν είχαμε τέτοια ‘’κρούσματα δημοσιουπαλληλικής απειθαρχίας’’, που παρ’όλα ταύτα λύνονταν σε σύντομο χρονικό διάστημα.
Σε όλο αυτό το ταξίδι θέλησα να ‘’τεστάρω’’ όπως κάνω πάντα την κοινή γνώμη και να προσπαθήσω να αφουγκραστώ τις ανησυχίες αλλά και την οργή της, και για ακόμη μια φορά τρόμαξα με τις αντιλήψεις, τον ωχαδελφισμό αλλά και την διαφορετικότητα που παρουσιάζουμε σαν λαός.
Οι απόψεις αρκετές φορές ήταν ανομοιογενείς μεταξύ τους με αρκετούς να δυσανασχετούν όπως είναι λογικό με την υφιστάμενη κατάσταση, αλλά και πολλούς να μην τους απασχολεί καν το ζήτημα γιατί στην περιοχή τους ο εκάστοτε δήμαρχος φρόντισε να λύσει a priori το θέμα.
Βέβαια αυτό το οποίο με έκανε να λυπηθώ και να νιώσω ντροπή που είμαι κάτοικος αυτής της χώρας ήταν ένα περιστατικό όπου τόσο στην Θεσσαλονίκη, όσο και στην Αθήνα αντίκρυσα τουρίστες με μάσκες και μαντήλια προκειμένου να καταφέρουν να περπατήσουν όσο το δυνατόν ανώδυνα. Ντροπή και αίσχος.! Φαίνεται πως μετά από επτά χρόνια μνημονιακής κρίσης ακόμη δεν έχουμε καταφέρει να κατανοήσουμε την βασική παράμετρο που συντέλεσε στο να οδηγηθούμε στα Μνημόνια, την ‘’ελληνική νοοτροπία’’. Ακριβώς αυτές οι δύο λέξεις περικλείουν όλες τις περικοπές και την αμφισβήτηση που υπάρχει για την χώρα μας τόσο σε ευρωπαϊκό όσο και σε διεθνές επίπεδο. Γιατί ας μην γελιόμαστε όλοι αναγνωρίζουν την συμβολή μας στο παγκόσμιο γίγνεσθαι αλλά κανένας δεν προτίθεται να μας συγχωρέσει αυτήν την αλαζονική νοοτροπία και την κατ’επίφαση ανωτερότητα που επιδεικνύουμε με την πρώτη ευκαιρία.
Επιπροσθέτως ένα ακόμη μάθημα το οποίο έγινε κατανοήτο στο μυαλό μου για ακόμη μια φορά είναι το γεγονός πως δυστυχώς τίποτα από τα προαναφερόμενα δεν πρόκειται να αλλάξει και να επιβληθεί από τον έξω-πολιτισμένο κόσμο, εάν εμείς πρώτα δεν αποφασίσουμε να αλλάξουμε. Ξέρω πως ακούγεται κλισέ αλλά είναι η λυπηρή πραγματικότητα, καθώς εάν οραματιζόμαστε ακόμη την ‘’αλλαγή και τον εκμοντερνισμό της ελληνικής συνείδησης’’ τότε θα πρέπει να εμείς οι ίδιοι να την επιδώξουμε αποβάλλοντας μια και καλή όλα τα βαρίδια που μας κρατούν πίσω και ανακόπτουν την πορεία μας προς την εξέλιξη σαν κοινωνία.
Υπό το πρίσμα αυτό ο νούμερο 2 εχθρός και σε άμεση στενή συνάφεια με την ‘’ελληνική συνείδηση’’ είναι ο κακό,δυσλειτουργικός και σε πολλές περιπτώσεις αχρείαστος δημόσιος τομέας. Ένας δημόσιος τομέας που μετά από επτά χρόνια έχει καταφέρει να επιβιώσει παρασιτώντας εις βάρος του ιδιωτικού τομέα που καλείται να σηκώσει στις πλάτες του όλο το βαρύ φορτίο της συντήρησης και σε μεγάλο βαθμό επιβίωσης της ελληνικής κοινωνίας. Όμως δεν μπορεί άλλο δεν το αντέχει να προσπαθεί μόνος του να χτυπήσει τις συντεχνίες και τα συνδικάτα που από πολλού έχουν ξεπουληθεί στον βωμό της μονιμότητας και της καθιερωμένης αντίστασης προς τις διεθνείς βέλτιστες πρακτικές. Χρειάζεται την βοήθεια μας προκειμένου να σηκωθεί ξανά στα πόδια του, και να αποκτήσει την χαμένη αίγλη του παρελθόντος και νομίζω είναι στο χέρι μας να τον βοηθήσουμε να το καταφέρει και να επανέλθει σε φυσιολογικά επίπεδα.
Ας είναι η αρχή τα ‘’σκουπίδια’’ για να μπορέσουμε να αντιληφθούμε σαν χώρα πως η μονιμότητα δεν είναι κάτι κεκτημένο, αλλά απαιτεί διαρκή και αέναη επιδίωξη για εξασφάλιση της, προκειμένου να μετουσιωθεί σε πράξη το όραμα για μια εξορθολογισμένη δημόσιοα διόικηση απηλλαγμένη από κακέκτυπα του παρελθόντος, αεργία και φυσικά κακή διοίκηση με δαιδαλώδη απολήξεις συνάμα.
Ήρθε η ώρα για αποφάσεις, όμως αποφάσεις σκληρές με δημοσιονομικό και κοινωνικό προσανατολισμό θέτοντας τον πολίτη από την μια προ των ευθυνών του μη στερώντας ταυτοχρονα τα δικαιώματα του, αλλά και από την άλλη τοποθετώντας το Κράτος σε θέση επόπτη και όχι συνεχιζόμενου ρυθμιστή της δημόσιας ζωής.