Από την άποψη του διεθνούς δικαίου, η κατάσταση είναι ξεκάθαρη: η Ρωσία κατέχει παράνομα τον Ουκρανό γείτονά της, όπως ακριβώς το Ισραήλ κατέχει παράνομα τον Παλαιστίνιο γείτονά του, κάτι που τα Ηνωμένα Έθνη έχουν επανειλημμένα καταδικάσει. Και τα δύο θα έπρεπε να προκαλούν την ίδια αποδοκιμασία της Δύσης, η οποία υπερασπίζεται την ιδέα μιας “τάξης βασισμένης σε κανόνες”. Αλλά αυτό δεν συμβαίνει. Στη μία περίπτωση, οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Ευρωπαϊκή Ένωση βρίσκονται στο πλευρό της χώρας που δέχεται την επίθεση- στην άλλη, στο πλευρό του επιτιθέμενου.
Από τις πρώτες κιόλας ημέρες του πολέμου, η Γηραιά Ήπειρος άνοιξε διάπλατα τις πόρτες της σε εκατομμύρια εξόριστους Ουκρανούς, σε ένα ξέσπασμα φιλοξενίας που δεν το είχαν γνωρίσει οι πρόσφυγες από το Ιράκ, τη Συρία ή το Αφγανιστάν. Οι Ουκρανοί “είναι σαν εμάς”, υποστήριξε ένας Βρετανός αρθρογράφος, “βλέπουν Netflix, έχουν λογαριασμούς στο Instagram, ψηφίζουν σε ελεύθερες εκλογές και διαβάζουν εφημερίδες χωρίς λογοκρισία”. Κανείς όμως δεν προσφέρθηκε να δεχτεί τους εκατοντάδες χιλιάδες κατοίκους που θέλουν να φύγουν από τη Γάζα. Μετά από σαράντα τέσσερις ημέρες ισραηλινών βομβαρδισμών, ο Γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν μόλις και μετά βίας συμφώνησε να υποδεχθεί πενήντα τραυματισμένα παιδιά από την Παλαιστίνη, “αν αυτό ήταν χρήσιμο και αναγκαίο”.
Η Ουάσινγκτον και οι Βρυξέλλες απάντησαν στη ρωσική εισβολή με τη θέσπιση δρακόντειων κυρώσεων κατά της Μόσχας (εμπάργκο πετρελαίου, εμπορικούς και τραπεζικούς περιορισμούς, πάγωμα περιουσιακών στοιχείων ολιγαρχών, απαγόρευση μετάδοσης του Russia Today στην Ευρώπη κ.λπ.) Εκκλήσεις για μποϊκοτάζ έγιναν κατά αθλητών και αθλητριών, μουσικών, κινηματογραφιστών και συγγραφέων. Εκθέσεις έχουν ακυρωθεί, συναυλίες έχουν αποπρογραμματιστεί. Τίποτα τέτοιο για το Ισραήλ. Το κίνημα Μποϊκοτάζ, Αποεπένδυσης και Κυρώσεων (BDS), που ιδρύθηκε το 2005, ζητά μάταια αντίποινα κατά του Τελ Αβίβ. Κατηγορείται τακτικά για αντισημιτισμό, έχει τεθεί σε αποκλεισμό στη Γερμανία και έχει απαγορευτεί σε περίπου τριάντα αμερικανικές πολιτείες. Στη Γαλλία, έχει αποτελέσει αντικείμενο νομικών διαδικασιών, ενώ ο Καναδάς έχει απαγορεύσει την προώθησή του.
Ο κατάλογος των ασυμμετριών δεν τελειώνει ποτέ. Ενώ η Δύση παραδίδει όπλα στους κατεχόμενους Ουκρανούς, τα πουλάει στους κατακτητές Ισραηλινούς, ενώ απειλεί με αντίποινα όσους παρέχουν στρατιωτική υποστήριξη στους Παλαιστίνιους. Ο πρόεδρος των ΗΠΑ Τζόζεφ Μπάιντεν χαρακτήρισε την καταστροφή του νοσοκομείου της Μαριούπολης “ντροπή για όλο τον κόσμο”, αλλά παρέμεινε σιωπηλός όταν το Ισραήλ, μέσω των βομβαρδισμών και των αποκλεισμών του, έθεσε εκτός λειτουργίας το ένα τρίτο των νοσοκομείων στη Γάζα. Κατήγγειλε τη σφαγή της Μπούτσα ως “γενοκτονία”, αλλά αρνείται να ζητήσει κατάπαυση του πυρός στη Γάζα, όπου σχεδόν 20.000 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους σε λιγότερο από τρεις μήνες…
Δυτικοί σχολιαστές έχουν συχνά συγκρίνει τα 1.200 θύματα της Χαμάς με έναν ισραηλινό πληθυσμό 8 εκατομμυρίων, υπολογίζοντας ότι για μια χώρα 331 εκατομμυρίων κατοίκων, όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες, το ισοδύναμο των δολοφονιών της Χαμάς θα ήταν η δολοφονία 50.000 αμάχων, ή “20 φορές η 11η Σεπτεμβρίου”, για τη Γαλλία 10.000, ή “100 Μπατακλάν”. Τι θα γινόταν όμως αν συγκρίναμε επίσης τους 20.000 νεκρούς στη Γάζα σε σχέση με έναν πληθυσμό 2,3 εκατομμυρίων; Στη Γαλλία, αυτό θα ήταν 580.000 νεκροί. Και για τις Ηνωμένες Πολιτείες, περίπου 2,8 εκατομμύρια, ή περισσότεροι από το σύνολο των νεκρών κατά τη διάρκεια όλων των πολέμων στην ιστορία τους, συμπεριλαμβανομένου του αμερικανικού εμφυλίου πολέμου. Σχεδόν το 70% του πληθυσμού της Γάζας έχει αναγκαστεί να εγκαταλείψει τη χώρα. Ας συγκρίνουμε λοιπόν και εκεί: το ισοδύναμο θα ήταν περίπου 50 εκατομμύρια Γάλλοι και σχεδόν 200 εκατομμύρια Αμερικανοί…