Οι θρόμβοι αίματος στον εγκέφαλο ή στους πνεύμονες μπορεί να ευθύνονται για ορισμένα συμπτώματα της μακράς Covid-19, συμπεριλαμβανομένης της εγκεφαλικής ομίχλης και της κόπωσης, σύμφωνα με νέα βρετανική μελέτη.
Η ερευνητική ομάδα από τα πανεπιστήμια της Οξφόρδης και του Λέστερ στη Βρετανία εντόπισε μοριακές «υπογραφές» στο αίμα που συνδέονται με την εγκεφαλική ομίχλη και την κόπωση, σε ασθενείς που νόσησαν με μακρά Covid-19.
Οι επιστήμονες εξέτασαν τις πρωτεΐνες του αίματος σε περισσότερους από 1.800 ασθενείς που είχαν νοσήσει με κορονοϊό και είχαν νοσηλευθεί, και διαπίστωσαν ότι κατά τη στιγμή της λοίμωξης, εκείνοι που ανέπτυξαν μακροχρόνια γνωστικά προβλήματα, είχαν περισσότερες πιθανότητες να έχουν αυξημένα επίπεδα μιας πρωτεΐνης που ονομάζεται ινωδογόνο ή ενός πρωτεϊνικού θραύσματος που ονομάζεται D-dimer. Σύμφωνα με τους ερευνητές, το 16% των ασθενών αυτών αντιμετώπιζαν προβλήματα σκέψης, συγκέντρωσης ή μνήμης για τουλάχιστον έξι μήνες. Η μακρά Covid-19 μπορεί επίσης να εμφανιστεί μετά από ηπιότερες λοιμώξεις από κορονοϊό.
Ωστόσο η ερευνητική ομάδα τονίζει ότι τα ευρήματά της αφορούν μόνο τους ασθενείς που νοσηλεύθηκαν και ότι απαιτούνται περαιτέρω μελέτες προτού μπορέσουν να προτείνουν ή να δοκιμάσουν πιθανές θεραπείες.
Ο προσδιορισμός των προβλεπτικών παραγόντων και των πιθανών μηχανισμών ήταν «ένα βασικό βήμα» για την κατανόηση της εγκεφαλικής ομίχλης μετά από νόσηση με κορονοϊό, δήλωσε ο συγγραφέας της μελέτης καθηγητής Πολ Χάρισον, από το Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης. Αλλά μπορεί να υπάρχουν και πολλοί άλλοι παράγοντες που ευνοούν την εμφάνιση της μακράς Covid.
«Τόσο το ινωδογόνο όσο και το D-dimer εμπλέκονται στην πήξη του αίματος και έτσι τα αποτελέσματα υποστηρίζουν την υπόθεση ότι οι θρόμβοι αίματος είναι μια αιτία των γνωστικών προβλημάτων μετά τη νόσηση με κορονοϊό», δήλωσε ο συγγραφέας της μελέτης δρ Μαξ Τακέ, από το Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης.
«Το ινωδογόνο μπορεί να επιδρά άμεσα στον εγκέφαλο και τα αιμοφόρα αγγεία του, ενώ η παρουσία του D-dimer συχνά υποδηλώνει θρόμβους αίματος στους πνεύμονες. Επίσης, τα προβλήματα στον εγκέφαλο μπορεί να οφείλονται στην έλλειψη οξυγόνου», συμπλήρωσε.
Σύμφωνα με τη μελέτη, όσοι ασθενείς είχαν υψηλά επίπεδα D-dimer ένιωθαν υπερβολική κόπωση, δύσπνοια και δυσκολεύονταν να παραμείνουν στην εργασία τους.
Τα ευρήματα θα μπορούσαν να αποδειχθούν χρήσιμα εάν κλινικές δοκιμές όπως η Stimulate-ICP, οι οποίες δοκιμάζουν μια σειρά θεραπειών για τη μακρά Covid-19, καταλήξουν στο συμπέρασμα ότι τα αντιπηκτικά φάρμακα μπορούν να μειώσουν την εγκεφαλική ομίχλη και την κόπωση σε ορισμένους ασθενείς. Η εξέταση των επιπέδων των πρωτεϊνών στο αίμα των ασθενών θα μπορούσε να βοηθήσει τους γιατρούς να εντοπίσουν τους ασθενείς που πρέπει να λάβουν έγκαιρα θεραπεία για θρόμβους.
Η μελέτη Post-hospitalisation Covid-19 (PHosp-Covid) δημοσιεύθηκε στο «Nature Medicine».
Πηγή: ertnews.gr