Του Νουριέλ Ρουμπινί
Προχωρώντας προς το 2024, οι περισσότεροι οικονομολόγοι και αναλυτές της αγοράς έχουν υιοθετήσει ένα βασικό σενάριο σύμφωνα με το οποίο οι περισσότερες μεγάλες οικονομίες θα αποφύγουν τόσο την ύφεση όσο και την αναζωπύρωση του πληθωρισμού. Πρόκειται για την πολυπόθητη “ήπια προσγείωση”. Όμως τα υφιστάμενα ενθαρρυντικά συναινετικά δεδομένα θα μπορούσαν να εκτροχιαστούν από οποιονδήποτε παράγοντα και όχι μόνο γεωπολιτικό.
Περίπου τέτοια εποχή πριν από ένα χρόνο, σχεδόν το 85% των οικονομολόγων και των αναλυτών της αγοράς – συμπεριλαμβανομένου εμού – ανέμεναν ότι η αμερικανική και η παγκόσμια οικονομία θα παρουσίαζε ύφεση. Ο πτωτικός αλλά ανελαστικός πληθωρισμός, υποδήλωναν ότι η νομισματική πολιτική θα γινόταν αυστηρότερη προτού χαλαρώσει γρήγορα μόλις χτυπήσει η ύφεση. Οι χρηματιστηριακές αγορές θα έπεφταν και οι αποδόσεις των ομολόγων θα παρέμεναν υψηλές.
Αντ’ αυτού, συνέβη το αντίθετο. Ο πληθωρισμός υποχώρησε περισσότερο από το αναμενόμενο, η ύφεση αποφεύχθηκε, τα χρηματιστήρια σημείωσαν άνοδο και οι αποδόσεις των ομολόγων υποχώρησαν αφού πρώτα είχαν αυξηθεί. Συνεπώς, πρέπει να προσεγγίζει κανείς οποιαδήποτε πρόβλεψη για το 2024 με μετριοπάθεια. Παρόλα αυτά, το βασικό καθήκον είναι το ίδιο: αρχίστε με ένα βασικό, ένα ανοδικό και ένα καθοδικό σενάριο και στη συνέχεια δώστε χρονικά μεταβαλλόμενες πιθανότητες στο καθένα.
Το τρέχον βασικό σενάριο για πολλούς, αν και όχι για όλους, οικονομολόγους και αναλυτές είναι μια ήπια προσγείωση: οι προηγμένες οικονομίες – ξεκινώντας από τις Ηνωμένες Πολιτείες – αποφεύγουν την ύφεση, αλλά η ανάπτυξη είναι χαμηλότερη από τη δυνατή και ο πληθωρισμός συνεχίζει να πέφτει προς τον στόχο του 2% έως το 2025, ενώ οι κεντρικές τράπεζες μπορεί να αρχίσουν να μειώνουν τα επιτόκια πολιτικής το πρώτο ή το δεύτερο τρίμηνο του τρέχοντος έτους. Αυτό το σενάριο θα ήταν το καλύτερο για τις αγορές μετοχών και ομολόγων, οι οποίες έχουν ήδη αρχίσει να κάνουν ράλι εν αναμονή αυτού.
Ένα αισιόδοξο σενάριο είναι αυτό με τη “μη προσγείωση”: η ανάπτυξη – τουλάχιστον στις ΗΠΑ – παραμένει πάνω από το δυνατό επίπεδο και ο πληθωρισμός πέφτει λιγότερο απ’ ό,τι αναμένουν τόσο οι αγορές όσο και η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ. Οι μειώσεις των επιτοκίων θα πραγματοποιηθούν αργότερα και με βραδύτερο ρυθμό από ό,τι αναμένουν σήμερα η Fed, οι άλλες κεντρικές τράπεζες και οι αγορές. Παραδόξως, ένα σενάριο μη προσγείωσης θα ήταν κακό για τις αγορές μετοχών και ομολόγων, παρά την εκπληκτικά ισχυρότερη ανάπτυξη, διότι συνεπάγεται ότι τα επιτόκια θα παραμείνουν κάπως υψηλότερα για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα.
Ένα μετριοπαθές καθοδικό σενάριο είναι μια ανώμαλη προσγείωση με μια σύντομη, ρηχή ύφεση που θα ωθήσει τον πληθωρισμό σε χαμηλότερα επίπεδα, ταχύτερα από ό,τι αναμένουν οι κεντρικές τράπεζες. Η μείωση των βασικών επιτοκίων θα ερχόταν νωρίτερα, και αντί για τις τρεις μειώσεις των 25 μονάδων βάσης που έχει υποδείξει η Fed, θα μπορούσαν να υπάρξουν οι έξι που οι αγορές τιμολογούν επί του παρόντος.
Φυσικά, θα μπορούσε επίσης να υπάρξει μια πιο σοβαρή ύφεση, που θα οδηγούσε σε μια πιστωτική κρίση και κρίση χρέους. Αλλά ενώ αυτό το σενάριο φαινόταν αρκετά πιθανό πέρυσι -λόγω της εκτίναξης των τιμών των εμπορευμάτων μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία και ορισμένων τραπεζικών χρεοκοπιών στις ΗΠΑ και την Ευρώπη-, σήμερα φαίνεται απίθανο, δεδομένης της μειωμένης συνολικής ζήτησης. Θα προκαλούσε ανησυχία μόνο αν υπήρχε ένα νέο μεγάλο στασιμοπληθωριστικό σοκ, όπως μια εκτίναξη των τιμών της ενέργειας λόγω της σύγκρουσης στη Γάζα, ιδίως αν αυτή κλιμακωθεί σε έναν ευρύτερο περιφερειακό πόλεμο με τη συμμετοχή της Χεζμπολάχ και του Ιράν που θα διαταράξει την παραγωγή πετρελαίου και τις εξαγωγές από τον Κόλπο.
Άλλα γεωπολιτικά σοκ, όπως οι νέες εντάσεις μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας, θα ήταν πιθανώς λιγότερο στασιμοπληθωριστικά (χαμηλότερη ανάπτυξη και υψηλότερος πληθωρισμός) παρά υφεσιακά (χαμηλότερη ανάπτυξη και χαμηλότερος πληθωρισμός), εκτός εάν το εμπόριο διαταραχθεί μαζικά ή εάν διαταραχθεί η παραγωγή και οι εξαγωγές τσιπ της Ταϊβάν. Ένα άλλο μεγάλο σοκ θα μπορούσε να έρθει τον Νοέμβριο με τις προεδρικές εκλογές στις ΗΠΑ. Αλλά αυτό θα επηρεάσει περισσότερο τις προοπτικές του 2025, εκτός εάν υπάρξει σημαντική εγχώρια αστάθεια πριν από την ψηφοφορία. Και πάλι, όμως, η πολιτική αναταραχή στις ΗΠΑ θα συμβάλει μάλλον σε στασιμότητα παρά σε στασιμοπληθωρισμό.
Όσον αφορά την παγκόσμια οικονομία, τόσο το σενάριο της ”μη προσγείωσης” όσο και το σενάριο της σκληρής προσγείωσης μοιάζουν επί του παρόντος με κινδύνους χαμηλής πιθανότητας, ακόμη και αν η πιθανότητα της ”μη προσγείωσης” είναι υψηλότερη για τις ΗΠΑ από ό,τι για άλλες προηγμένες οικονομίες. Το αν θα υπάρξει ήπια προσγείωση ή ανώμαλη προσγείωση εξαρτάται στη συνέχεια από τη χώρα ή την περιοχή.
Για παράδειγμα, οι ΗΠΑ και ορισμένες άλλες προηγμένες οικονομίες φαίνεται ότι μπορούν κάλλιστα να επιτύχουν μια ομαλή προσγείωση”. Παρά την αυστηρότερη νομισματική πολιτική, η ανάπτυξη το 2023 ήταν πάνω από το δυνητικό επίπεδο και ο πληθωρισμός εξακολουθούσε να μειώνεται, καθώς οι αρνητικές επιπτώσεις της εποχής της πανδημίας στη συνολική ζήτηση υποχώρησαν. Αντίθετα, η ευρωζώνη και το Ηνωμένο Βασίλειο είχαν ανάπτυξη κάτω του δυνητικού κοντά στο μηδέν ή αρνητική τα τελευταία τρίμηνα, καθώς ο πληθωρισμός μειώθηκε, και ενδέχεται να χάσουν ισχυρότερες επιδόσεις το 2024, εάν οι παράγοντες που συμβάλλουν στην ασθενή ανάπτυξη επιμείνουν.
Το αν οι περισσότερες προηγμένες οικονομίες θα έχουν μια ήπια ή ανώμαλη προσγείωση εξαρτάται από διάφορους παράγοντες. Αρχικά, η αυστηροποίηση της νομισματικής πολιτικής, η οποία λειτουργεί με χρονική υστέρηση, θα μπορούσε να έχει μεγαλύτερο αντίκτυπο το 2024 απ’ ό,τι το 2023. Επιπλέον, η αναχρηματοδότηση του χρέους θα μπορούσε να επιβαρύνει πολλές επιχειρήσεις και νοικοκυριά με σημαντικά υψηλότερο κόστος εξυπηρέτησης του χρέους το τρέχον και το επόμενο έτος. Και αν κάποια γεωπολιτική κρίση πυροδοτήσει μια νέα έξαρση του πληθωρισμού, οι κεντρικές τράπεζες θα αναγκαστούν να αναβάλουν τις μειώσεις των επιτοκίων. Δεν είναι απαραίτητο να υπάρξει μεγάλη κλιμάκωση της σύγκρουσης στη Μέση Ανατολή για να αυξηθούν οι τιμές της ενέργειας και να αναγκαστούν οι κεντρικές τράπεζες να επανεξετάσουν τις τρέχουσες προοπτικές τους. Και πολλές στασιμοπληθωριστικές μεγαλοαπειλές σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα θα μπορούσαν να ωθήσουν την ανάπτυξη χαμηλότερα και τον πληθωρισμό υψηλότερα.
Στη συνέχεια, υπάρχει η Κίνα, η οποία ήδη βιώνει μια ανώμαλη προσγείωση. Χωρίς διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις (οι οποίες δεν φαίνεται να αναμένονται), το δυναμικό ανάπτυξής της θα είναι κάτω από 4% τα επόμενα τρία χρόνια, πέφτοντας πιο κοντά στο 3% μέχρι το 2030. Οι κινεζικές αρχές μπορεί να θεωρούν απαράδεκτο να έχουν πραγματική ανάπτυξη κάτω από 4% φέτος- αλλά ένας ρυθμός ανάπτυξης 5% απλά δεν είναι εφικτός χωρίς μια μαζική μακροοικονομική τόνωση, η οποία θα αυξήσει τους ήδη υψηλούς δείκτες μόχλευσης σε επικίνδυνα επίπεδα.
Η Κίνα πιθανότατα θα εφαρμόσει μια μέτρια τόνωση που θα είναι επαρκής για να επιτύχει ανάπτυξη λίγο πάνω από το 4% το 2024. Εν τω μεταξύ, οι διαρθρωτικές επιβαρύνσεις στην ανάπτυξη – η γήρανση της κοινωνίας, η αύξηση του χρέους και των τιμών των ακινήτων, η ανάμειξη του κράτους στην οικονομία, η έλλειψη ενός ισχυρού δικτύου κοινωνικής ασφάλειας – θα εξακολουθήσουν να υφίστανται. Τελικά, η Κίνα μπορεί να αποφύγει μια πλήρους κλίμακας σκληρή προσγείωση με μια σοβαρή κρίση χρέους και χρηματοπιστωτική κρίση- αλλά πιθανότατα φαίνεται ότι θα έχει μπροστά της μια ανώμαλη προσγείωση, με απογοητευτική ανάπτυξη.
Το καλύτερο σενάριο για τις τιμές των περιουσιακών στοιχείων, τις μετοχές και τα ομόλογα είναι μια ήπια προσγείωση, αν και αυτό μπορεί τώρα να έχει εν μέρει τιμολογηθεί. Ένα σενάριο μη προσγείωσης είναι καλό για την πραγματική οικονομία, αλλά κακό για τις αγορές μετοχών και ομολόγων, επειδή θα εμποδίσει τις κεντρικές τράπεζες να ακολουθήσουν τις μειώσεις των επιτοκίων. Μια ανώμαλη προσγείωση θα ήταν κακή για τις μετοχές -τουλάχιστον έως ότου η σύντομη, ρηχή ύφεση φαίνεται να έχει πιάσει πάτο- και καλή για τις τιμές των ομολόγων, καθώς συνεπάγεται μειώσεις επιτοκίων νωρίτερα και ταχύτερα. Τέλος, ένα πιο σοβαρό σενάριο στασιμοπληθωρισμού είναι προφανώς το χειρότερο τόσο για τις μετοχές όσο και για τις αποδόσεις των ομολόγων.
Προς το παρόν, τα χειρότερα σενάρια φαίνεται να είναι τα λιγότερο πιθανά. Όμως, οποιοσδήποτε παράγοντας, και όχι μόνο οι γεωπολιτικές εξελίξεις, θα μπορούσε να ανατρέψει τις φετινές προβλέψεις.
Πηγή : Project Syndicate