Βρισκόμαστε λίγα γεωπολιτικά εκατοστά από έναν Τρίτο Παγκόσμιο Πόλεμο. Πότε θα λάβουμε σοβαρά υπόψη τις προειδοποιήσεις;
Στα τέλη του 19ου αιώνα ένας εκκεντρικός γεωπόνος μηχανικός ονόματι Μαξ Ρίνγκελμαν διεξήγαγε αυτό που, κατά τη γνώμη μου, παραμένει το σημαντικότερο πείραμα στην κοινωνική ψυχολογία. Η διάταξη ήταν μάλλον απλή. Συνέδεσε ένα σχοινί σε ένα δυναμόμετρο και ζήτησε από τους φοιτητές του να τραβήξουν όσο πιο δυνατά μπορούσαν. Τραβώντας μόνος του, ο μέσος φοιτητής τράβηξε ένα βάρος 85 κιλών.
Στη συνέχεια όμως το πείραμα βελτιώθηκε: ζητήθηκε από τους φοιτητές να τραβήξουν μαζί, ο ένας πίσω από τον άλλο, ως ομάδα επτά ατόμων. Το συλλογικό βάρος που τράβηξαν, με βάση το προηγούμενο πείραμα, θα έπρεπε να είναι 595kg. Στην πραγματικότητα ήταν μόλις 450kg. Οι φοιτητές ζύγωναν, αγκομαχούσαν και έδειχναν να προσπαθούν, αλλά πολλοί έκαναν τις κινήσεις τους, αφήνοντας τους άλλους να αναλάβουν το βάρος. Αυτό έχει γίνει γνωστό ως “κοινωνικό λουφάρισμα”.
Περισσότερα πειράματα έδειξαν και κάτι άλλο. Όταν οι φοιτητές που τραβούσαν το βάρος (οι εργαζόμενοι) ανακάλυπταν ότι κάποιοι άλλοι απέφευγαν να δουλέψουν (οι κοπανατζήδες), δεν άρχιζαν απλώς να χαλαρώνουν οι ίδιοι- γίνονταν επίσης αγανακτισμένοι και σε ορισμένες περιπτώσεις θυμωμένοι. Ένιωθαν σαν κορόιδα. Η δύναμη της ομάδας ατόνησε και, στο τέλος, εξαφανίστηκε. ;Το αναφέρω αυτό επειδή ο κόσμος βρίσκεται στο χείλος του γκρεμού.
Υπάρχει ένας χερσαίος πόλεμος στην Ευρώπη- η Κίνα απειλεί την Ταϊβάν- και το Σάββατο το βράδυ το Ιράν εξαπέλυσε μια άνευ προηγουμένου επίθεση με μη επανδρωμένα αεροσκάφη στο Ισραήλ. Για τον λόγο αυτό ο ιστορικός Niall Ferguson προειδοποίησε ότι βρισκόμαστε λίγα γεωπολιτικά εκατοστά από έναν Γ’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Η άποψή του είναι ότι ο B’ Παγκόσμιος Πόλεμος μπορεί να θεωρηθεί ως μια συσσώρευση συγκρούσεων σε διαφορετικές περιοχές που έτυχε να συμβούν ταυτόχρονα – και ότι τώρα βρισκόμαστε στα πρόθυρα του ίδιου μοτίβου.
Νομίζω ότι μόνο αν κατανοήσουμε πώς φτάσαμε στο σημείο αυτό, μπορούμε να ελπίζουμε ότι θα αντιμετωπίσουμε τη νέα παγκόσμια κρίση – και αυτό ανάγεται στις ιδέες αυτού του εκκεντρικού μηχανικού. Για να καταλάβετε τι εννοώ, επιτρέψτε μου να σας παραθέσω ένα απόσπασμα: “Δεν μπορούμε να συνεχίσουμε να πληρώνουμε για τη στρατιωτική προστασία της Ευρώπης, ενώ τα κράτη του ΝΑΤΟ δεν πληρώνουν το μερίδιο που τους αναλογεί. Ήμασταν πολύ γενναιόδωροι προς την Ευρώπη και τώρα ήρθε η ώρα να φροντίσουμε για τον εαυτό μας”.
Ποιος νομίζετε ότι ήταν αυτός; Ο Ντόναλντ Τραμπ; Ο Μάικ Πομπέο; Όχι, είναι τα λόγια του Τζον Κένεντι, μιλώντας στο Συμβούλιο Εθνικής Ασφαλείας του το 1963. Τις προσφέρω ως απόδειξη της επί δεκαετίες αντιμετώπισης της αμερικανικής γενναιοδωρίας από τα ευρωπαϊκά κράτη. Εμείς σ’ αυτή την ήπειρο έχουμε μιλήσει για τη συνεισφορά μας στην κοινή άμυνα, για το ότι τραβάμε το βάρος μας όταν πρόκειται για την προστασία των κοινών μας συμφερόντων, ενώ ταυτόχρονα κάνουμε τσάμπα μαγκιές στους Αμερικανούς φορολογούμενους. Είναι, ίσως, το πιο κραυγαλέο γεωπολιτικό παράδειγμα του φαινομένου Ringelmann από την πτώση της δυτικής ρωμαϊκής αυτοκρατορίας – και ο λόγος που η αμερικανική δυσαρέσκεια αυξάνεται εδώ και δεκαετίες.
Μόνο σ’ αυτό το πλαίσιο μπορεί κανείς να κατανοήσει το πρόσφατο παραλήρημα του Τραμπ, στο οποίο είπε ότι η Ρωσία μπορεί να κάνει “ό,τι διάολο θέλει” σε έθνη που αποφεύγουν τις αμυντικές δαπάνες. Υπήρξε μια συλλογική ανάσα στο Βερολίνο, το Παρίσι και τη Ρώμη -και περιφρόνηση για τον άξεστο πρώην πρόεδρο- αλλά ο Τραμπ είχε κατηγορηματικά δίκιο. Η Αμερική, η οποία δαπανά σήμερα το 3,5% του ΑΕΠ για την άμυνα, έχει δοκιμάσει την ήπια διπλωματία εδώ και χρόνια – χωρίς αποτέλεσμα. Καθώς η Ρωσία επιτέθηκε στη Γεωργία, τα ευρωπαϊκά έθνη μείωσαν τους στρατιωτικούς προϋπολογισμούς. Όταν η Ρωσία προσάρτησε την Κριμαία, τους μείωσαν περαιτέρω. Ακόμη και μετά την εισβολή στην Ουκρανία, καθώς τα αδίστακτα στρατεύματα του Πούτιν βασάνιζαν κρατούμενους, βίαζαν γυναίκες και απήγαγαν παιδιά, τα περισσότερα ευρωπαϊκά κράτη μέλη του ΝΑΤΟ εξακολουθούσαν να μην εκπληρώνουν την υποχρέωσή τους να δαπανούν το 2% του ΑΕΠ για την άμυνα.
Θέλετε να καταλάβετε γιατί το αμερικανικό Κογκρέσο δεν είναι πρόθυμο να δώσει χρήματα για την Ουκρανία; Μην κοιτάτε την Ουάσιγκτον, κοιτάξτε την Ευρώπη. Γιατί η Αμερική να στείλει δισεκατομμύρια δολάρια των φορολογουμένων όταν τα κράτη που βρίσκονται πιο κοντά σε αυτή τη σύγκρουση δεν θα πληρώσουν τα ίδια; Σύμφωνα με έγγραφο του Carnegie Europe, τα 14 ευρωπαϊκά μέλη του ΝΑΤΟ το 1990 δαπανούσαν περίπου 314 δισεκατομμύρια δολάρια ετησίως για την άμυνα. Μέχρι το 2015 η συμμαχία είχε σχεδόν διπλασιαστεί – αλλά οι αμυντικές δαπάνες είχαν πέσει κατά 30%. Πέρυσι οι δαπάνες της Γερμανίας ήταν ακόμη 14 δισεκατομμύρια ευρώ χαμηλότερες από τη δέσμευσή της. Το Βέλγιο, όπου βρίσκεται το αρχηγείο του ΝΑΤΟ, δαπάνησε μόνο το 1,21% του ΑΕΠ. Θα ήταν αστείο αν δεν ήταν τόσο τραγικό.
Όταν πρόκειται για πολιτική συζήτηση, αψιμαχούμε για την υγεία, την παιδεία και τη δικαιοσύνη, αλλά αυτό είναι επιδεικτική αυταπάτη αν το κράτος που παρέχει αυτές τις υπηρεσίες δεν είναι σε θέση να υπερασπιστεί τον εαυτό του από μια επίθεση. Η Ουκρανία εγκατέλειψε τα πυρηνικά της όπλα στο πλαίσιο του μνημονίου της Βουδαπέστης, που υπέγραψαν το Ηνωμένο Βασίλειο και οι Ηνωμένες Πολιτείες (το οποίο, προς αιώνια ντροπή μας, αποτύχαμε να τιμήσουμε) και τώρα πληρώνει ένα φρικτό τίμημα για την ευπάθειά της. Τι γίνεται λοιπόν με την Ευρώπη, η οποία έχει περάσει δεκαετίες αφήνοντας το στρατιωτικο-βιομηχανικό της σύμπλεγμα να ατροφήσει, ενώ παράλληλα απομυζούσε τον εταίρο που υποτίθεται ότι εγγυάται την ασφάλειά της; Πρόκειται για μια μορφή συλλογικής παραφροσύνης.